Ελλάδα

Θεσσαλονίκη: «Φοβόταν τον σπιτονοικοκύρη» – Θρίλερ δίχως τέλος με τον ρεμπέτη


Πέπλο μυστηρίου συνεχίζει να καλύπτει την υπόθεση της εξαφάνισης του 47χρονου ρεμπέτη της Αριστοτέλους.

Ο Περικλής Τσιάπανος, από τις Συκιές Θεσσαλονίκης, αγνοείται από τις αρχές Οκτώβρη. Τα μουσικά του όργανα, και κυρίως το μπουζούκι του, βρέθηκαν στο διαμέρισμά του αλλά εκείνο που σόκαρε άπαντες ήταν ο νεκρός σκύλος του, που εντοπίστηκε από την δυσοσμία στο χώρο.

«Τον φοβόταν, ερχόταν από το μαγαζί και…»

«Δεν είχαμε κανένα νέο. Έρχονται και μας ρωτάνε για τον Πέρη άνθρωποι που είδαν την εκπομπή και δεν ξέρουμε τίποτα», λέει φίλος του στο «Φως στο Τούνελ».

Ένας άλλος μουσικός του δρόμου αναφέρει στην κάμερα της εκπομπής πως είναι 30 χρόνια στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, αλλά μόνο μια φορά τον είχαν απειλήσει κάποιοι ναρκομανείς για να του πάρουν τα χρήματά του.

«Δεν υπάρχει κάποια συμμορία που να απειλεί για να πουλήσει προστασία. Είναι και η αστυνομία εδώ απέναντι οπότε δε φοβάσαι», λέει χαρακτηριστικά.

Φίλη του αγνοούμενου η οποία τον ήξερε καλά, αποκαλύπτει στο «Τούνελ» πως ήθελε να φύγει από το σπίτι που διέμενε γιατί είχε θέμα με τον έναν από τους δύο σπιτονοικοκύρηδες.

«Σε αυτόν που ήταν στην Ελλάδα, αργούσε να του βάλει μερικές φορές το μερίδιό του από το ενοίκιο. Τον φοβόταν, ερχόταν από το μαγαζί και ψάχναμε να βρούμε φθηνές πόρτες για να αλλάξει αυτές που είχαν φθορά από τον σκύλο. Του έλεγε ‘ακόμα δεν έφυγες από το σπίτι;’ Αγχωνόταν με αυτόν. Βοηθούσαμε και εμείς όσο μπορούσαμε», τονίζει η ίδια.

Όπως αναφέρει, θεωρεί ιδιαίτερα περίεργο το γεγονός ότι πετάχτηκαν τα πράγματά του απότο διαμέρισμα και έγινε και απολύμανση, χωρίς μάλιστα να ενημερωθεί κανείς από την οικογένειά του.

«Δεν μπόρεσαν να ληφθούν ούτε αποτυπώματα, ούτε τίποτα. Με το που μου είπαν δύο του φίλοι ότι τον ψάχνουν, το μυαλό μου πήγε στο κακό και σκέφτηκα ότι τον φάγανε», καταλήγει.

«Μας είπαν ότι κάποιον φοβόταν»

Στην εκπομπή μίλησε επίσης φίλος του από τη Θεσσαλονίκη. Τελευταία φορά τον είχε δει έναν μήνα πριν την εξαφάνισή του και έμαθε πως αγνοείται από ανάρτηση που έγινε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

«Υπήρχε κάποιος που είδε το missing alert και πήρε τον φίλο μου κατευθείαν. Του λέει ‘ρε συ αυτόν τον είδα προχθές κάτω από την οικοδομή’. Μου είπε ‘εσένα σε έβαλε ο Βασιλείου να με ψάξεις;’. Αυτό το παιδί το κατέθεσε την ίδια μέρα στο ‘Χαμόγελο του Παιδιού’ και τα ξαναείπε στην αστυνομία μετά από μήνες. Είμαι λίγο εκνευρισμένος γιατί έχει περάσει πολύς καιρός και δε γίνεται τίποτα από τη μεριά των Αρχών. Και ο άνθρωπος που τον είδε ήταν εκνευρισμένος που τον κάλεσε η αστυνομία μετά από τόσο καιρό και τον ρωτούσε στο τέλος προς τα πού έφυγε», τονίζει.

Και προσθέτει: «Λες και θα τον βρουν μετά από καιρό στην κατεύθυνση που είχε. Εγώ μετά τις πληροφορίες του φίλου μας, πήρα το ποδήλατό μου και έψαξα στην Τούμπα, στην Παπάφη και ρωτούσα, έδειχνα τη φωτογραφία του Περικλή. Μπήκα και σε ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο στην Παπαναστασίου, δεν βρήκα τίποτα».

«Δεν έβρισκε δουλειά & έγινε μουσικός του δρόμου»

Η οικογένεια γνώριζε πως ο Πέρης ήθελε να αλλάξει σπίτι, γιατί ο σκύλος του έκανε ζημιές και είχαν προβλήματα με τον ιδιοκτήτη.

Μάλιστα, γνώριζαν πως θα πήγαινε σε ένα νέο σπίτι, που το είχε κάποιος ιερέας και θα του το έδινε σε χαμηλότερη τιμή, όμως δεν έμαθαν ποτέ ποιος ήταν αυτός.

«Δεν πείραζε κανέναν, δεν ήταν ένας άνθρωπος δηλαδή που έκανε καυγάδες. Δεν είχε ψυχολογικά, ούτε ψυχοφάρμακα έπαιρνε, ούτε τίποτα… Ήταν ένας ήρεμος άνθρωπος, χαμηλών τόνων, που αγαπούσε τη μουσική πολύ», αναφέρει η αδερφή του στο «Τούνελ».

Ο Περικλής Τσιάπανος ασχολείτο με την μουσική από έξι – επτά χρόνων, με δάσκαλο.

«Από την εφηβική του ηλικία άκουγε διάφορα είδη μουσικής. Μετά ασχολήθηκε με τα ρεμπέτικα, ξεκίνησε να παίζει και σε διάφορα μαγαζιά. Κάτι είχε γίνει με τους μουσικούς και τα καταστήματα και άρχισε σιγά σιγά να μην βρίσκει μαγαζιά να παίξει, οπότε ξεκίνησε ως μουσικός του δρόμου. Προφανώς ως λύση ανάγκης, για βιοποριστικούς λόγους. Είχε δύο μακροχρόνιες σχέσεις αλλά δεν ήταν οπαδός του να παντρευτεί, να κάνει παιδιά, οικογένεια. Πάντα έλεγε ότι ‘από την στιγμή που δεν μπορώ να συντηρήσω εγώ τον εαυτό μου, πως θα μπορέσω να συντηρήσω τα παιδιά μου;’».

Όσο για τα προβλήματα που είχε; Όπως λέει, «γνωρίζαμε πως είχε κάποια οικονομικά θέματα. Αρκετές φορές τον είχα βοηθήσει και εγώ παλιότερα, αλλά τα τελευταία χρόνια δεν ήθελε βοήθεια από εμάς. Την τελευταία φορά που μίλησε με τη μητέρα μας ήταν τέλη Σεπτεμβρίου. Του είπε να την παίρνει τηλέφωνο για να μαθαίνει πως είναι και χαρακτηριστικά του ανέφερε ‘θα πάθεις κάτι και δε θα έχουμε ιδέα’ και της απάντησε ‘μην στεναχωριέσαι, μια χαρά είμαι εγώ, όλα καλά’».



Source link

sporadesnews
the authorsporadesnews