Στη συμπληρωματική απολογία του στις 24 Φεβρουαρίου, ο προφυλακισμένος κρεοπώλης που κατηγορείται για τη δολοφονία του Μπάμπη Κούτσικου τον Ιανουάριο του 2024 στο Μεσολόγγι επέμεινε στην αθωότητά του ισχυριζόμενος ότι με το θύμα είχαν πολύ καλή σχέση, πήγαιναν μαζί για καφέ και τον επισκεπτόταν στο μαγαζί του κάθε μέρα.
Ο κρεοπώλης επέμεινε ότι είναι αθώος και ότι είχε επιστρέψει όλα τα χρήματα στον Μπάμπη
«Το κυνήγι ήταν το κοινό μας ενδιαφέρον αλλά κάναμε παρέα. Για κυνήγι δεν είχαμε πάει μαζί την τελευταία φορά που ήρθε στο Μεσολόγγι αλλά είχαμε πάει βόλτα με το αυτοκίνητο το βράδυ στις 3.01.2024. Είμασταν οι δυο μας και κοιτούσαμε μήπως βρούμε και κανένα λαγό αλλά περισσότερο για την πλάκα μας», λέει ο ίδιος.
Η εφημερίδα «Πατρίς» που παρουσιάζει τους ισχυρισμούς του, αναφέρει ότι ο κρεοπώλης αρνήθηκε και τα δύο ποσά που αναφέρονται στις καταθέσεις – των 17.000 ευρώ για τα οποία έκανε λόγο η μητέρα του θύματος και τα 7.000 ευρώ που είπε άλλος μάρτυρας.
«Δανείστηκα από τον Μπάμπη 6.500 ευρώ και του είπα να τα μεταφέρει σε συγγενή μου γιατί δεν είχα λογαριασμό σε συγκεκριμένη τράπεζα και θα μας κρατούσε προμήθεια. Αυτά τα χρήματα του τα επέστρεψα όλα μαζί μετά της Παναγιάς που είχα και έσοδα στο μαγαζί. Ξανά δανείστηκα τον Οκτώβριο του 2023 1.000 ευρώ και του τα επέστρεψα στις γιορτές που ήρθε Μεσολόγγι. Είχα πάθει μία ζημιά στο αυτοκίνητο και προσφέρθηκε να με βοηθήσει για να μην στριμωχτώ πολύ».
Ο κρεοπώλης επέμενε ότι δεν είχε οικονομικό πρόβλημα και σε ερώτηση γιατί πήρε δάνειο 17.000 ευρώ το 2022, η απάντηση ήταν για να αλλάξει εξαρτήματα από μηχανήματα που είχε στο μαγαζί του.
Τι είπε για τις κλήσεις που έσβησε
Από τον έλεγχο των κλήσεων προέκυψαν τέσσερις κλήσεις μεταξύ κατηγορούμενου και θύματος στις 3.01.2024 τις οποίες ο κρεοπώλης έσβησε.
Στην απολογία του ισχυρίστηκε για τι κλήσεις ότι «τις πρωινές ώρες μπορεί να τον πήρα για να έρθει για καφέ από το μαγαζί. Είχε έρθει και μου είπε να πάμε το μεσημέρι για κυνήγι για τσίχλες αλλά εγώ είχα δουλειά και δεν προλάβαινε και έτσι πήγαμε το βράδυ στον Αράκυνθο. Δεν θυμάμαι ακριβώς τι λέγαμε στο τηλέφωνο».
Όταν ρωτήθηκε γιατί τις έσβησε η απάντησή του ήταν: «Έσβηνα τις συνομιλίες όχι μόνο με το θύμα αλλά και με άλλα δύο άτομα (σ.σ αναφέρονται τα ονόματα) γιατί μου είχαν πει ότι κολλάει το τηλέφωνο, γεμίζει η μνήμη και δεν λειτουργεί καλά. Δεν ήταν ότι κάτι φόβιζε».
Μεσολόγγι: «Δεν ξέρω γιατί διάλεξε εμένα να τον μεταφέρω»
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, όταν συναντήθηκαν το θύμα είχε μαζί του και την κυνηγετική καραμπίνα. «Δεν είχε αυτοκίνητο ο Μπάμπης, μόνο μία μηχανή που δεν έπαιρνε μπροστά. Μου είπε να πάω να τον πάρω και εγώ του είπα ναι, δεν υπήρχε περίπτωση να του πω όχι. Δεν ξέρω γιατί διάλεξε εμένα να τον μεταφέρω και δεν είπε σε άλλον. Εγώ επειδή είδα το όπλο υπέθεσα ότι θα πάει για κυνήγι. Δεν μου είπε ποτέ ούτε μέσα στο αυτοκίνητο ποιον θα συναντούσε. Δεν είναι αλήθεια ότι εγώ του έδωσα ραντεβού να πάμε για κυνήγι».
Επίσης είπε ότι δεν γνωρίζει καλά την περιοχή του κάμπου του Ευηνοχωρίου και δεν μπορεί να θυμηθεί από ποιον δρόμο πέρασαν και από ποιο δρόμον έπεστρεψαν. «Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι μπήκαμε σε ένα μαντρί που ήταν αδιέξοδο και κάναμε πάλι πίσω για να βγούμε στον δρόμο. Κινηθήκαμε δεξιά προς το βουνό και ξαναβγήκαμε από άλλο χωμάτινο αγροτικό δρόμο στην παλιά εθνική οδό προς Μεσολόγγι».
Ο κρεοπώλης μετά την απολογία του επέστρεψε στις φυλακές Κορυδαλλού, όπου κρατείται προσωρινά μέχρι και τη δίκη.