«Δεν περιμέναμε από τον κύριο Στάινμαγιερ, να έρθει στην Ελλάδα για να αναγνωρίσει τις θηριωδίες των Ναζί, αλλά για να πράξει το ιστορικό καθήκον της Γερμανίας, που είναι να δεχτεί την καταβολή των νόμιμων γερμανικών αποζημιώσεων στην Ελλάδα», επισήμανε η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας Ζωή Κωνσταντοπούλου, μιλώντας στο ΕΡΤNews.
Αναλυτικότερα, για το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, σε συνέχεια του ότι την Τετάρτη (30/10) η ΠτΔ Κ. Σακελλαροπούλου και ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης έθεσαν το θέμα στον Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ και η απάντηση ήταν αρνητική, ερωτηθείσα σχετικά, τόνισε:
ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
«Βέβαια, το θέμα είναι ορθάνοιχτο και η κυρία Σακελλαροπούλου που το έθεσε το θέμα εντελώς επιδερμικά θα έλεγα, αλλά κυρίως ο κύριος Μητσοτάκης ήταν εντελώς απροετοίμαστος, απαράδεκτα υποτελής. Θυμίζω ότι είχε προηγηθεί η δήλωση Σταϊνμάγερ ότι για μας το θέμα έχει νομικά κλείσει (…)
Δεν έθεσε τίποτα, είπε ανιστόρητα πράγματα. Και επειδή επέλεξε να μιλήσει στα αγγλικά. Εγώ έχω κάνει μια δήλωση στην ΕΡΤ. Ελπίζω να τη δείξει η ΕΡΤ ολόκληρη, όπου λέω και εγώ στα αγγλικά τι θα έλεγα εάν ήμουν πρωθυπουργός στον κ. Σταϊνμάγερ. Αν ήμουν στη θέση του κυρίου Μητσοτάκη. Ο κύριος Μητσοτάκης ξέρετε τι είπε;
Είπε ότι σας ευχαριστούμε για τη χειρονομία σας να έρθετε στην Ελλάδα και στην Κάντανο, την πατρίδα μου, για να αναγνωρίσετε τις θηριωδίες των ναζί. Τι λέτε κύριε Μητσοτάκη; Περιμέναμε τον Σταϊνμάγερ να αναγνωρίσει τις θηριωδίες των ναζί ή ζητιανεύουμε κάποια χειρονομία;
ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Υπάρχει έκθεση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους από το 2013 και το 2014. Υπάρχει έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους από το 2014 και με την εξειδίκευση που έγινε το 2015, που κοστολογούν τις οφειλές και εξηγούν γιατί πρέπει να καταβληθούν. Και μιλάμε για 278 έως 341 δισεκατομμύρια ευρώ το 2015, χωρίς τους έκτοτε τόκους και χωρίς τους τόκους αδικοπραξίας.
Μιλάμε επίσης για μία αμετάκλητη απόφαση ομόφωνη της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου από τις 8 Απριλίου του 2000, που κρίνει ότι το γερμανικό κράτος πρέπει να πληρώσει για το ολοκαύτωμα του Διστόμου (…)
Δέκα έξι – δέκα επτά Έλληνες υπουργοί Δικαιοσύνης που έχουν περάσει δεν βάζουν υπογραφή, με αποτέλεσμα οι γερμανικές κυβερνήσεις να απαντούν στον κοινοβουλευτικό έλεγχο στην Μπούντεσταγκ, στο γερμανικό κοινοβούλιο, λέγοντας ότι έχουμε διαβεβαιώσεις ότι δεν θα υπογράψουν οι Έλληνες. Μιλάμε για ελληνικές κυβερνήσεις οι οποίες δεν επισπεύδουν στο διεθνές στερέωμα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Ξέρετε, είναι η ειδικότητά μου, το διεθνές Δίκαιο και το διεθνές ποινικό δίκαιο και υπήρξα και πρόεδρος της Επιτροπής για τη Διεκδίκηση των Γερμανικών Οφειλών και ξέρω πολύ καλά τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν».
Η ίδια ανέφερε ότι ουδέποτε της είχε προταθεί το υπουργείο Διακαιοσύνης επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Λέγοντας, ακόμη:
«Εγώ ήμουν υπεύθυνη για τα θέματα δικαιοσύνης και είχα ανακοινώσει όταν ήμασταν στην αντιπολίτευση ότι ο υπουργός Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ θα βάλει αυτή την υπογραφή. Θεωρώ ότι ένας βασικός λόγος που δεν ήθελε με τίποτα να μου προτείνει κάτι τέτοιο -το υπουργείο Δικαιοσύνης- ήταν ακριβώς γι’ αυτό (…)
Θεωρώ ότι αυτό και τα ζητήματα διαφθοράς και διαπλοκής, τα οποία επίσης είχα εξαγγείλει, το τι θα κάναμε και τι πρωτοβουλίες θα αναλαμβάναμε, ήταν βασικοί λόγοι που δεν ήθελε με τίποτε να αναλάβω αυτό το πόστο.
Υπάρχει βέβαια και ένα παραλειπόμενο που νομίζω ότι μπορώ να σας το αποκαλύψω.
Όταν έψαχνε ποιον θα κάνει υπουργό Δικαιοσύνης και πρότεινε στον ανυποψίαστο τότε Νίκο Παρασκευόπουλο, εγώ κάλεσα τον Παρασκευόπουλο στο γραφείο μου και του είπα ως υπεύθυνη Δικαιοσύνης θέλω να σου πω ότι μπορείς να μην κάνεις τίποτε, αρκεί να κάνεις ένα πράγμα: Να βάλεις αυτή την υπογραφή για να εκτελεσθεί η απόφαση του Διστόμου.
Στο γραφείο μου το δικηγορικό είχε έρθει αμέσως με την ανακοίνωση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Μου απάντησε: “Λοιπόν, Ζωή, δεν το ξέρω καθόλου το θέμα. Θα το δω και θα δω τι θα κάνω. Φαίνεται ότι δεν συμβουλεύτηκε τότε τον Τσίπρα. Το είδε μόνος του και πήγε στις προγραμματικές δηλώσεις και είπε αυτό το οποίο του είχα και εγώ υποδείξει ότι θα βάλουμε αυτήν την υπογραφή (…)».
Κληθείσα να σχολιάσει την εικόνα της αντιπολίτευσης με την Πλεύση Ελευθερίας να έπεται του ΠΑΣΟΚ στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, σημείωσε μεταξύ άλλων:
«Ο κόσμος βλέπει ότι υπάρχει στη Βουλή μια δύναμη υπεράσπισης της κοινωνίας. Αυτό είναι που χτίσαμε. Η αντιπολίτευση υπεράσπισης, αυτό που δεν υπήρχε πριν. Βλέπει ότι είμαστε εκεί στη Βουλή. Πάντα βλέπει ότι υψώνουμε τείχος προστασίας στους πολίτες, στα δικαιώματά τους. Βλέπει ότι η κυβέρνηση μας αποφεύγει “όπως ο διάολος το λιβάνι” (…) Δεν θέλει να αντιπαρατεθεί και κυρίως δεν θέλει να πέσει πάνω μου ο κύριος Μητσοτάκης πια. Δεν ειδοποιεί ούτε τους βουλευτές του ότι θα μιλήσει μήπως και δεν το μάθω εγώ και μπορέσει να μιλήσει απερίσπαστος. Οπότε υπάρχει εμπεδωμένο στη συνείδηση και της κυβέρνησης και των πολιτών ότι υπάρχει στη Βουλή αντιπολίτευση (…)
Η καμπάνια μας είναι πολύ εμπνευσμένη γιατί δείχνει με πολύ συνοπτικό τρόπο και όλα αυτά που κάνουμε μέσα στη Βουλή και τους τρόπους που παρεμβαίνουμε και την αλλεργία που έχει η κυβέρνηση σε εμάς. Πως μας στοχοποιεί, πως μας λοιδορεί, πως μας βρίζει, πως μας κλείνει τα μικρόφωνα. Τι σημαίνει αντιπολίτευση; Αντιπολίτευση σημαίνει να σε φοβούνται, να σε υπολογίζουν, να μην αισθάνεται άνετα η κυβέρνηση (…)
Κάνουμε αντιπολίτευση για την κοινωνία. Και ξέρετε, αυτός ήταν και ο στόχος του να μπει η Πλεύση Ελευθερίας στη Βουλή.
Αυτό ήταν που οραματιστήκαμε και με τον Διαμαντή τον Καραναστάση όταν μιλήσαμε για την αντιπολίτευση υπεράσπισης.
Αυτό είναι που έχει δώσει εκείνος σε αυτή την καμπάνια, την οποία την αγκαλιάζει πάρα πολύ ο κόσμος και ιδίως τα νέα παιδιά».
Στο ερώτημα «Γιατί διαλύθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ;» απάντησε λέγοντας:
«Αναμενόμενο. Γιατί ένα κόμμα το οποίο πρόδωσε την ψυχή του, πρόδωσε τους πολίτες, έκανε τα αντίθετα από αυτά που υποσχέθηκε και στο τέλος παραβίασε το πιο ιερό που είναι η δημοκρατία και η λαϊκή ετυμηγορία, το 62% ΟΧΙ του δημοψηφίσματος. Τι περιμένατε; Τι να έκανε αυτό το κόμμα; Ένα κόμμα που γαντζώθηκε στην εξουσία;
Η ηγεσία του και τα στελέχη του έκαναν καριέρα με αντάλλαγμα. Καριέρα, πολιτική, καριέρα εξουσίας και στη συνέχεια, όταν άφησαν τις καρέκλες έψαχναν τρόπο να τις κατακτήσουν ξανά.
Η δική μου αντίληψη για τη δημοκρατία είναι άλλη. Ανοιχτές διαδικασίες, αμεσοδημοκρατικές. Σεβασμός της ψήφου και της επιλογής των πολιτών. Και φυσικά τον τελευταίο λόγο έχουν πάντα οι πολίτες. Αυτή είναι η δική μου αντίληψη και γι’ αυτό άφησα την τρίτη τη τάξει καρέκλα. Διότι δεν καταδέχτηκα ποτέ μου να γαντζωθώ σε θέσεις εξουσίας και να αφήσω τον κόσμο ανυπεράσπιστο.
(…) Εμάς μας αφορά ό, τι αφορά την κοινωνία – και μας έρχονται άνθρωποι και από τον ΣΥΡΙΖΑ που αποσυντίθεται και από τη Νέα Δημοκρατία που καταρρέει. Να το πούμε και αυτό. Γιατί έχει επικεντρωθεί η δημοσιογραφία στον ΣΥΡΙΖΑ που αποσυντίθεται, αλλά υπάρχει και μια Νέα Δημοκρατία που καταρρέει και προσπαθεί να μην το δείξει. Εμείς το βλέπουμε. Βέβαια και η Νέα Δημοκρατία το ξέρει και προσπαθεί κάπως να κρυφτεί (…)
Εγώ είμαι μια αριστερή, ένας αριστερός άνθρωπος. Κυρίως είμαι ακτιβίστρια. Κυρίως είμαι άνθρωπος της πράξης και κυρίως πιστεύω στην ισότητα και στα ίσα δικαιώματα όλων των ανθρώπων. Ποτέ μου δεν έκρυψα την αριστερή μου ταυτότητα.
Αλλά την ίδια ώρα δεν με απασχόλησε ποτέ να βάλω ταμπέλες στους ανθρώπους ή στην Πλεύση Ελευθερίας ως κίνημα.
(…) Ο Μητσοτάκης πήγε να μας κλέψει το σύνθημα. Πήγε στα γενέθλια της Νέας Δημοκρατίας και είπε “Δεν κοιτάμε ούτε αριστερά ούτε δεξιά” (…)».
Για το αν εκτιμά ότι υπάρχει σενάριο επιστροφής του Αλέξη Τσίπρα με δικό του κόμμα στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς, τόποθετήθηκε λέγοντας:
«Προσπαθεί. Καταρχάς όσο είμαι εγώ στη Βουλή αποκλείεται να εμφανιστεί. Ούτε για ζήτω. Προσπαθεί να καταλάβει γιατί δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί μαζί μου και δεν μπορεί. Είναι άφαντος. Βουλευτής είναι. Όχι, φαντομάς είναι.
Ούτε είπα για τον Μητσοτάκη ότι τον ψάχνουμε σαν το Πόκεμον. Αλλά και τον Τσίπρα αντίστοιχα τον ψάχνουμε σαν το Πόκεμον.
Δεν εμφανίζεται στη Βουλή και δεν μπορεί φυσικά να υποστηρίξει την διακυβέρνησή του όσο είμαι εγώ και η Πλεύση Ελευθερίας μέσα εκεί. Και δεν είναι άλλωστε τυχαίο για μένα ότι σηκώθηκε τόσος κονιορτός όταν ζήτησα να δημοσιοποιηθούν τα πρακτικά του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών (…)».
Γιατί ζητάω τα πρακτικά του 2015 από το Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών του 2015
Στο γιατί επιμένει τόσο στη δημοσίευση των πρακτικών του 2015, απάντησε λέγοντας, ανάμεσα σε άλλα:
«Γιατί είναι η επόμενη του δημοψηφίσματος. Γιατί είναι η δρομολόγηση της παραβίασης της λαϊκής εντολής με πρωτοβουλία Τσίπρα. Αυτός είναι που δεν θέλει την δημοσιοποίηση των πρακτικών.
Και ο Κασσελάκης υπήρξε, νομίζω ο μόνος από τον ΣΥΡΙΖΑ που είπε τότε σε εκείνη τη σύσκεψη υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που είχαμε στις 24 Ιουλίου -που εγώ την αξιοποίησα αυτή την επετειακή, αν θέλετε, εκδήλωση για να κάνω κάτι θεσμικό- είπε τότε ναι, “δεν έχω καμία αντίρρηση”. Νομίζω ότι δεν έχει υπάρξει άλλος από τον ΣΥΡΙΖΑ που να πει διαφάνεια και να μάθουν οι πολίτες τι έγινε τότε σε εκείνο το συμβούλιο πολιτικών αρχηγών (…)».
Για Τέμπη: «Υπήρξαν φοβερές παραλείψεις στο ζήτημα της ασφαλείας»
Ως προς το τι επιδιώκει κατά τη διάρκεια αυτής της κοινοβουλευτικής περιόδου γύρω από το θέμα με την τραγωδία των Τεμπών, σημείωσε:
«Αυτό το θέμα είναι στη Δικαιοσύνη. Κουτσό, διότι η κυβέρνηση εμποδίζει να εξεταστούν από τη Δικαιοσύνη τα κυβερνητικά πρόσωπα, δηλαδή πρωτίστως ο κ. Κώστας Καραμανλής, ο αρμόδιος υπουργός και ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο αρμόδιος πρωθυπουργός, ο οποίος έχει και προσωπική εμπλοκή στην υπόθεση του. Έχω κάνει και επίκαιρη ερώτηση τη Δευτέρα (…)
Είναι πολύ ξεκάθαρο ότι υπήρξε ζήτημα. τεράστιας έλλειψης όλων των προνοιών αλλά και φοβερών παραλείψεων στο κομμάτι της ασφάλειας. Αυτές οι ελλείψεις και οι παραλείψεις ήταν απολύτως συνειδητές, διότι υπήρχαν επανειλημμένες προειδοποιήσεις.
Αλλά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός από τις πρώτες ομιλίες του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, και από τις ομιλίες του ως αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, καταγράφεται ότι είχε απόλυτη γνώση της κατάστασης του σιδηροδρομικού δικτύου, το οποίο προηγουμένως είχε ξεπουληθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ με βάση τις μνημονιακές πολιτικές που όλοι μαζί εφάρμοσαν (…)
Οι μηχανοδηγοί πήγαιναν στα τυφλά. Καταλαβαίνετε τι θα πει στα τυφλά; Όχι, δεν έβλεπαν, δεν άκουγαν, δεν είχαν καμία κανενός είδους τρόπο να προλάβουν αν κάτι πήγαινε στραβά.
Δεύτερον, ο κύριος Μητσοτάκης με τον κύριο Καραμανλή, έχοντας εμπλακεί προσωπικά στις διαδικασίες ένταξης προγραμμάτων, ήξερε πάρα πολύ καλά πού υπάρχουν “τρύπες” και ποια πράγματα δεν εντάχθηκαν.
Τρίτον, είχαν ανανεώσει εκταμιεύσεις για τη σύμβαση 717 και δώσει παρατάσεις χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις.
Τέταρτον -και πιο σοβαρό- προκύπτει ότι η εμπορική αμαξοστοιχία μετέφερε παράνομο φορτίο.
Προκύπτει -και είναι ομολογημένο πια από τον κύριο Μητσοτάκη- ότι ο οδηγός της εμπορικής αμαξοστοιχίας ήταν εθελοντής στο γραφείο του. Προκύπτει ότι ο σταθμάρχης ήταν ρουσφέτι της κυβέρνησης (…)
Εκεί λοιπόν έρχεται ο πρωθυπουργός, ο κύριος Μητσοτάκης, ο οποίος σπεύδει να παρέμβει στο έργο της Δικαιοσύνης από την πρώτη στιγμή. Υπάρχει από την πρώτη στιγμή παρέμβασή του και το έχει ομολογήσει ότι ειδοποιήθηκε από την πρώτη στιγμή και έκανε όλο το βράδυ επικοινωνίες και πήγε ξημερώματα. Υπάρχει αλλοίωση του αποδεικτικού υλικού. Μονταζιέρα.
(…) Το πρώτο που έσπευσε να κάνει ήταν, πρώτον να φροντίσει να εξαφανίσει την θεωρία του ανθρώπινου λάθους – για το οποίο ανθρώπινο λάθος, έχουν μανιέρα. Για ανθρώπινο λάθος μίλαγε το 2008 ο κ. Χατζηδάκης στο ατύχημα στον Μπράλο, όπου αποκαλύφθηκαν 15 βαγόνια παράνομα και με “μαύρο” φορτίο, και έλεγαν τότε ότι θα πατάξουν το λαθρεμπόριο.
Φρόντισε επίσης η δικογραφία να αλλάξει τρεις φορές χέρια. Στο πρώτο δεκαπενθήμερο ήταν 48 ώρες στην Τροχαία Λάρισας, πήγε μετά στην ανακρίτρια και με παρέμβαση Μητσοτάκη πήγε στον εφέτη ειδικό ανακριτή που όταν ανέλαβε δεν είχε ούτε γραφείο ούτε τηλέφωνο. Εγώ τον επισκέφθηκα την πρώτη μέρα που ανέλαβε υπηρεσία. Φρόντισε να μπαζωθεί ο τόπος, δηλαδή να αλλοιωθεί ο χώρος (…)
Είναι ατράνταχτα τα στοιχεία. Γι’ αυτό και ο κύριος Μητσοτάκης λυσσάει να μην υπάρξει ποινικός έλεγχος του υπουργού του, γιατί ο ποινικός έλεγχος του υπουργού του θα οδηγήσει στον ποινικό έλεγχο του ιδίου (…)
Έχω πολλαπλές ιδιότητες. Είμαι και συνήγορος οικογενειών των θυμάτων (…) Οι οικογένειες ξέρουν πάρα πολύ καλά ότι είμαι μαζί τους από την πρώτη στιγμή. Όλες οι οικογένειες ξέρουν ότι είμαι αφιλοκερδώς σε αυτή την υπόθεση.
Και ούτε θα δεχόμουν βέβαια να μπω με επαγγελματικούς όρους σε αυτή την υπόθεση, γιατί θεωρώ ότι είναι υποχρέωση όλων μας. Είναι μια εθνική υπόθεση το να αποδοθεί δικαιοσύνη, γιατί το έγκλημα των Τεμπών είναι τελικά η αποκρυστάλλωση της διαφθοράς στη χώρα που φτάνει να σκοτώνει τα παιδιά.
Η δική μου λοιπόν δράση θα είναι και στο κομμάτι της δικαιοσύνης για να αποδοθεί πλήρως η ευθύνη που αναλογεί στα κυβερνητικά πρόσωπα και περιμένω τις επόμενες ενέργειες του ανακριτή. Και θα εμφανιστούμε σύντομα ενώπιον του το επόμενο διάστημα (…)
Δεν θα ενεργήσω μόνο αν σταλεί υλικό στη Βουλή. Εγώ, όπως ξέρετε, σε τακτικούς χρόνους επισκέπτομαι τον εφέτη ανακριτή (…)
Θα ενεργήσουμε στον χρόνο που θα κρίνουμε ότι είναι ο ενδεδειγμένος (…)
Εγώ ξέρω όλα όσα υπάρχουν για να ξέρω, όλα όσα θεσμικά μπορώ να γνωρίζω. Και επειδή οι οικογένειες των θυμάτων και οι επιζώντες και τα θύματα αυτό για το οποίο ενδιαφέρονται είναι η αλήθεια, εμείς δεν έχουμε πράγματα που τα κρύβουμε.
Ίσα ίσα, εμείς αυτό που επιδιώκουμε είναι η αλήθεια και το φως. Και εδώ υπάρχει ένα μείζον θέμα (…)
Πάρα πολύ επίκαιρο και επίμαχο είναι η απόπειρα συγκάλυψης που γίνεται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αυτή τη φορά, και έχει να κάνει με την πολύ ορατή χειροπιαστή προσπάθεια της κυβέρνησης να ελέγξει το πεδίο των μεταφορών στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τοποθέτησε δικό της πρόσωπο, πρόεδρο της Επιτροπής Μεταφορών και είδαμε την αήθη επίθεση που εξαπέλυσε από θεσμική θέση το στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, η κυρία Βόζεμπεργκ στη Μαρία Καρυστιανού.
Και αυτό δείχνει ότι είναι στοχευμένη η τοποθέτηση Νεοδημοκρατών σε αυτά τα πόστα και αυτή τη στιγμή απεργάζεται και υπάρχει ακρόαση την επόμενη Δευτέρα. Και όπως είπα και από τη Βουλή, εμείς θα πάμε και στις Βρυξέλλες και στο Στρασβούργο και θα κάνουμε μεγάλη φασαρία (…)
Θα καλέσουμε και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όσα συμμετέχουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να συμπράξουν μαζί μας στην αντίρρηση να διορισθεί και να εκλεγεί Επίτροπος Μεταφορών ένα στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας. Στο πεδίο των μεταφορών, όπου έχει διαπραχθεί και ερευνάται το μεγαλύτερο έγκλημα στην μεταπολίτευση, το έγκλημα των Τεμπών, να τοποθετείται στέλεχος του κόμματος που ενέχεται στο έγκλημα αυτό.
Και εδώ θα πρέπει και οι επιτελείς του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος να είναι πάρα πολύ προσεκτικοί, διότι αυτό το οποίο κάνει η Νέα Δημοκρατία είναι να καλεί το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα σε συνενοχή. Δεν είναι καθόλου απλό αυτό που πάει να γίνει. Εμείς θα κάνουμε τα πάντα για να αποτραπεί. Εκτός αν ο κ. Μητσοτάκης αποσύρει αυτή την πρόταση, η οποία είναι πραγματικά κατάπτυστη».
Για το τι σκοπεύει να πράξει στο θέμα του προέδρου της Δημοκρατίας η Πλεύση Ελευθερίας, η Ζωή Κωνσταντοπούλου σημείωσε:
«Θα σας πω καταρχάς τι κάνουμε ήδη για να διαφυλάξουμε κάποιες θεσμικές εγγυήσεις, γιατί υπάρχει πολύ σοβαρό ζήτημα στο κράτος δικαίου. Ο κ. Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία απεχθάνονται την ανεξαρτησία. Βγάζουν καντήλες.
Έχω κάνει και ένα τικ τοκ σήμερα γι αυτό. Για την αλλεργία στην ανεξαρτησία και το αντίδοτο που είναι η αντιπολίτευση. Εμείς. Και τώρα τι προσπαθεί να κάνει; Να ελέγξει κάθε τι ανεξάρτητο, τη Δικαιοσύνη.
Και όρισε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου που τον καλύπτει για τις υποκλοπές και τις Παρακολουθήσεις, τις ανεξάρτητες αρχές και άλλαξε τη σύνθεση της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (…)
Εμείς ενδιαφερόμαστε για πρόσωπα ακέραια, με αντιστάσεις. Πρόσωπα που δεν είναι πειθήνια, πρόσωπα τα οποία θα ασκήσουν τα καθήκοντά τους ακόμα και κόντρα σε μια κυβέρνηση που μπορεί να τους επέλεξε (…)
Έχει να κάνει με την ακεραιότητα του προσώπου, με την ανθεκτικότητα στις πιέσεις. Έχει να κάνει με την ηθική υπόσταση, με το φρόνημα. Άρα αυτά τα οποία αναζητούμε είναι αυτά τα χαρακτηριστικά (…) Νομίζω ότι έχει πολύ μεγάλη σημασία να μιλάμε σε ένα επίπεδο αξιών, αρχών και χαρακτηριστικών και εγγυήσεων (…)
Νομίζω ότι ρωτάτε το πρόσωπο που έχει περισσότερο από όλους αναδείξει πως η κυβέρνηση παρενέβη στη δικαιοσύνη με αυτή την επιλογή για την κυρία Σακελλαροπούλου. Τώρα φαίνεται ότι δεν της κάνει πια η κ. Σακελλαροπούλου, οπότε ψάχνει κάποιον άλλον που να θεωρεί ότι τον ελέγχει καλύτερα (…)
Ο κ. Μητσοτάκης έχει φτάσει στο σημείο πια να αναγγέλει και να απειλεί. Αυτό έκανε την Τετάρτη που ήρθε ότι θα αναθεωρήσει μόνος του το Σύνταγμα για να διορίζει μόνος του τις ανεξάρτητες αρχές. Καταλαβαίνετε ότι αυτά πια είναι μια διολίσθηση που πάει σε χούντα, δεν πάει σε δημοκρατική λειτουργία.
Όταν ένας πρωθυπουργός έχει χάσει τόσο το μέτρο και μάλιστα την ώρα που καταρρέει και εκλογικά και δημοσκοπικά και έρχεται και λέει τέτοια πράγματα, δύσκολα θα φανταστώ ότι μπορεί να προτείνει πρόσωπο ανεξάρτητο (…)».
«Υπήρξε κατάχρηση εξουσίας στην υπόθεση Novartis»
Για το αν θεωρεί ότι η άρση προστασίας των προστατευόμενων μαρτύρων της υπόθεσης Novartis είναι μια θετική εξέλιξη, υπογράμμισε:
«Θεωρώ ότι είναι. Εγώ δεν είμαι υπέρ αυτών των διαδικασιών, ούτε με τον τρόπο που έγιναν. Και στο πεδίο της υπόθεσης Novartis έχω εξ αρχής πει ότι υπήρξε καραμπινάτη κατάχρηση εξουσίας, όχι σκευωρία. Είναι κάτι διαφορετικό. Υπήρξε κατάχρηση εξουσίας.
Υπήρξε ένα υπαρκτό σκάνδαλο για το οποίο δεν έχει λογοδοτήσει κανείς και υπήρξε μια απόπειρα της τότε κυβέρνησης να εργαλειοποιήσει το σκάνδαλο για να πλήξει πολιτικούς αντιπάλους (…)
Και ένα ακραίο σκάνδαλο διαφθοράς για το οποίο η Novartis έχει πληρώσει παντού αλλού εκτός από την Ελλάδα. Όπως και η Siemens έχει πληρώσει παντού αλλού εκτός από την Ελλάδα που κατάφεραν οι κυβερνήσεις.
Αυτή ήταν και η ομιλία μου σήμερα στη Βουλή. Κατάφεραν να παραγραφούν τα εγκλήματα που είχαν χρόνο παραγραφής 20 και 25 χρόνια.
Κατάφεραν αντί να ασκήσει η Ελλάδα, η ελληνική κυβέρνηση και το ελληνικό Δημόσιο αγωγή κατά της Siemens, να απειλεί η Siemens ότι θα ασκήσει αγωγή κατά της Ελλάδας.
Κατάφεραν να συμφωνήσουν να κάνει η Siemens μαθήματα κατά της διαφθοράς στην Ελλάδα και κατάφεραν επίσης να αποδίδουν και τα κατασχεθέντα στους απαλλαγές λόγω παραγραφής ή για νομικούς λόγους υπόλογους (…)
Θεωρώ ότι αν υπάρχει πραγματική βούληση να λάμψει η αλήθεια, μπορεί και δικαιοσύνη να αποδοθεί, στο πεδίο βέβαια που δεν έχουν επέλθει παραγραφές (…) Δεν έχω την αίσθηση ότι επιδιώκει κανείς την πλήρη διαλεύκανση, ούτε την πλήρη απόδοση δικαιοσύνης».