Σε μια επώδυνη μετάβαση βρίσκεται η οικονομία της Κίνας, καθώς το Πεκίνο προσπαθεί να την οδηγήσει στην έξοδο από την πανδημική ύφεση και την κρίση χρέους των ακινήτων.
Η διοίκηση του ηγέτη της Κίνας, Xi Jinping, υπερασπίζεται αυτό που αποκαλεί «τρεις νέες» βιομηχανίες, δηλαδή τα φωτοβολταϊκά, τα ηλεκτρικά οχήματα και τις μπαταρίες ιόντων λιθίου, για να οδηγήσει την οικονομία της. Ήδη κατασκευάζει και εξάγει επιθετικά αυτά τα αγαθά.
Συγκεκριμένα, οι κατασκευαστές της Κίνας παράγουν τόσους πολλούς ηλιακούς συλλέκτες που η προκύπτουσα παγκόσμια υπερπληθώρα και η πτώση των τιμών ωθούν τους ανθρώπους να επενδύουν τους φράχτες των κήπων τους με το άλλοτε πολύτιμο προϊόν. Κι αυτή είναι μόνο μία από τις βιομηχανίες για τις οποίες ο κόσμος προετοιμάζεται πριν την επόμενη φάση του «σοκ της Κίνας».
Τι συνέβη στο σοκ της Κίνας 1.0;
Πρόκειται για έναν όρο που επινόησαν οι David H. Autor, David Dorn και Gordon H. Hanson σε ένα έγγραφο του 2016 σχετικά με την οικονομική άνοδο της χώρας και τον αντίκτυπό της στο παγκόσμιο εμπόριο και τις αγορές εργασίας.
Κάποτε βυθισμένη στη φτώχεια, η κομμουνιστική Κίνα ξεκίνησε τις οικονομικές της μεταρρυθμίσεις το 1978, όταν άνοιξε την οικονομία της και επέτρεψε την είσοδο σε περισσότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Η ανάπτυξη της χώρας ήταν ιλιγγιώδης, με το ΑΕΠ να αυξάνεται πάνω από 80 φορές από τότε. Η ανάπτυξη αυτή οφείλεται στην ταχεία εκβιομηχάνιση, η οποία ώθησε την Κίνα στη θέση του εργοστασίου του κόσμου. Ο τεράστιος μεταποιητικός της τομέας παρήγαγε εκατομμύρια προϊόντα που εξήγαγε σε χαμηλό κόστος.
Ο κόσμος καλωσόρισε την Κίνα στους κόλπους του, προαναγγέλλοντας μια εποχή παγκοσμιοποίησης από την οποία επωφελήθηκαν εταιρείες από τις ΗΠΑ και αλλού. Εκείνη την εποχή, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είχαν την άποψη ότι ο γίγαντας της Ανατολικής Ασίας θα γινόταν πιο ανοιχτός οικονομικά και πολιτικά ως αποτέλεσμα αυτής της ολοκλήρωσης. Οι καταναλωτές, επίσης, επωφελήθηκαν από τον χαμηλό πληθωρισμό.
Αλλά αυτή η τάση είχε τεράστιο κόστος για τις κοινότητες στις ΗΠΑ και οπουδήποτε αλλού υπήρξε μέχρι τότε μεγάλη εξάρτηση από τη μεταποίηση. Πλήθος εργαζομένων έχασαν τις δουλειές τους στην Κίνα και όχι μόνο, βάζοντας έτσι τα ισχυρά θεμέλια για το περίφημο «σοκ».
Πώς το Πεκίνο θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα δεύτερο σοκ
Τώρα, η Κίνα στοχεύει σε τρεις νέες στρατηγικές βιομηχανίες που ο υπόλοιπος κόσμος επίσης εποφθαλμιά. Αυτή τη φορά, όμως, οι δυτικές χώρες δεν αφήνουν το Πεκίνο να περάσει τόσο εύκολα – ειδικά από τη στιγμή που η Κίνα στοχεύει να αναπτύξει το δικό της οικοσύστημα εφοδιαστικής αλυσίδας σε αυτούς τους τομείς.
«Οι προηγμένες οικονομίες αντιμετωπίζουν τις συνδυασμένες επιπτώσεις της συγκρατημένης μεσοπρόθεσμης αύξησης του ΑΕΠ της Κίνας στην παγκόσμια ζήτηση, καθώς και τον ανταγωνισμό από το νέο κύμα εκβιομηχάνισης της Κίνας», δήλωσε στο Business Insider ο Rajiv Biswas, διεθνής οικονομολόγος που είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Asian Megatrends».
Η εξέλιξη αυτή δεν προέρχεται μόνο από την ώθηση της Κίνας στην παραγωγή τελικών προϊόντων στους τομείς των ηλεκτρικών οχημάτων, των μπαταριών ιόντων λιθίου και των φωτοβολταϊκών. Η χώρα αναπτύσσει επίσης παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες για κρίσιμες πρώτες ύλες, όπως οι σπάνιες γαίες (μέταλλα τα οξείδια των οποίων είναι γαιώδους μορφής), που πρόκειται να προμηθεύσουν αυτές τις βιομηχανίες.
«Κατά συνέπεια, οι βιομηχανικές οικονομίες των χωρών του ΟΟΣΑ αντιμετωπίζουν νέες οικονομικές προκλήσεις από τον στρατηγικό ανταγωνισμό της Κίνας σε αυτούς τους βασικούς κλάδους ανάπτυξης», εξήγησε ο Biswas.
Ο ανταγωνισμός αυτός είναι ακόμη πιο έντονος τώρα λόγω του αποπληθωρισμού στην Κίνα – η οποία έχει γίνει η μόνη μεγάλη οικονομία στον κόσμο που αντιμετωπίζει αρνητικές τιμές καταναλωτή.
Η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας σημαίνει επίσης ότι δεν αγοράζει τόσο πολύ από άλλες χώρες, αυξάνοντας τις εμπορικές εντάσεις. Πέρυσι, οι εισαγωγές αγαθών της Κίνας από τον υπόλοιπο κόσμο μειώθηκαν κατά 5,5% σε σχέση με πέρυσι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.
Τι κάνουν οι ΗΠΑ και ο υπόλοιπος κόσμος για το σοκ της Κίνας 2.0;
Ο κόσμος δεν πρόκειται να αιφνιδιαστεί από την αναδυόμενη κυριαρχία της Κίνας στους κλάδους που κεντρίζει το ενδιαφέρον όλων, αυτή τη φορά.
«Είναι πιθανό ότι ο στρατηγικός ανταγωνισμός μεταξύ των ΗΠΑ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κίνας θα συνεχιστεί μακροπρόθεσμα στους τομείς των προηγμένων τεχνολογιών μεταποίησης», επισήμανε στο Business Insider ο Biswas.
Ήδη πολλές εταιρείες διαφοροποιούν τις εφοδιαστικές τους αλυσίδες μακριά από την Κίνα για μια σειρά προϊόντων.
Οι ΗΠΑ λαμβάνουν μέτρα για να ενισχύσουν την εγχώρια κατασκευή τσιπ. Ο νόμος CHIPS Act παρέχει 52 δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις για την παραγωγή, την έρευνα και την ανάπτυξη του εργατικού δυναμικού, ενώ ο αμερικανικός νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού ενισχύει επίσης τις επενδύσεις στην καθαρή ενέργεια.
Την Τρίτη, το Υπουργείο Ενέργειας ανακοίνωσε επένδυση ύψους 75 εκατομμυρίων δολαρίων για την ανάπτυξη μιας ερευνητικής εγκατάστασης για την ενίσχυση των εγχώριων εφοδιαστικών αλυσίδων πολύτιμων ορυκτών.
Η αντίδραση της Γέλεν
Την ίδια στιγμή η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν βρέθηκε στην Κίνα για συναντήσεις με κορυφαίους Κινέζους αξιωματούχους. Το υπουργείο Οικονομικών ανέφερε σε δελτίο Τύπου που ανακοίνωσε την επίσκεψή της ότι θα «πιέσει τους Κινέζους ομολόγους της για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και θα υπογραμμίσει τις παγκόσμιες οικονομικές συνέπειες της κινεζικής βιομηχανικής πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας».
Την πρόθεσή της είχει εκδηλώσει εξάλλου η υπουργός όταν σε ένα εργοστάσιο φωτοβολταϊκών της Suniva στη Γεωργία στις 27 Μαρτίου, ανέφερε ότι «ανησυχεί για τις παγκόσμιες δευτερογενείς επιπτώσεις από την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα που βλέπουμε στην Κίνα», οι οποίες έχουν πλέον πλήξει νέες ενεργειακές βιομηχανίες όπως η ηλιακή ενέργεια, τα ηλεκτρικά οχήματα και οι μπαταρίες ιόντων λιθίου.
Η στάση της Ευρώπης
Η ΕΕ, επίσης, λαμβάνει μέτρα για την προστασία της εγχώριας παραγωγής της σε αναδυόμενους βασικούς κλάδους.
Τον Οκτώβριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε έρευνα για το αν οι εισαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων από την Κίνα επωφελήθηκαν από παράνομες επιδοτήσεις, οι οποίες, με τη σειρά τους, απειλούν να βλάψουν τους κατασκευαστές ηλεκτρικών οχημάτων της ΕΕ. Εάν διαπιστωθεί ότι αυτό ισχύει, η ΕΕ θα μπορούσε να επιβάλει δασμούς στις εν λόγω εισαγωγές. Η έρευνα της ΕΕ βρίσκεται σε εξέλιξη, ενώ έχει επίσης θεσπίσει την Ευρωπαϊκή Πράξη για τα τσιπ για να ενισχύσει την εγχώρια παραγωγή.
Η απάντηση της Κίνας
Η Κίνα αντιλαμβάνεται την αντίδραση των ΗΠΑ ως κίνηση για τον περιορισμό της ανάπτυξής της. «Η αμερικανική πλευρά έχει υιοθετήσει μια σειρά μέτρων για να καταστείλει το εμπόριο και την τεχνολογική ανάπτυξη της Κίνας», δήλωσε ο Wang Wenbin, εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, σε τακτική συνέντευξη Τύπου την Τετάρτη.
«Αυτό δεν είναι “απομάκρυνση κινδύνων”, αλλά δημιουργία κινδύνων. Πρόκειται για τυπικές πρακτικές», πρόσθεσε.
Είπε επίσης ότι οι κινεζικές εξαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων, μπαταριών ιόντων λιθίου και φωτοβολταϊκών αυξήθηκαν λόγω του «διεθνούς καταμερισμού εργασίας και της ζήτησης της αγοράς» χάρη στην παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση σε πιο βιώσιμες πηγές ενέργειας.
Ο οικονομολόγος Biswas τόνισε στο Business Insider ότι η Κίνα αποψιλώνει επίσης το ρίσκο με το να συναλλάσσεται όλο και περισσότερο με τη Νοτιοανατολική Ασία, όπου υπάρχει μια αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη. Είπε ότι άλλες μεγάλες αναπτυσσόμενες αγορές στις οποίες στοχεύει η Κίνα περιλαμβάνουν την Αφρική και τη Λατινική Αμερική.
Πέρυσι, η Κίνα εξήγαγε περισσότερα αγαθά στη Νοτιοανατολική Ασία από ό,τι στις ΗΠΑ για πρώτη φορά, σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg των κινεζικών τελωνειακών δεδομένων που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο – σηματοδοτώντας μια αλλαγή στις παγκόσμιες εμπορικές ροές εν μέσω του μεταβαλλόμενου γεωπολιτικού τοπίου.
Οι οικονομολόγοι της Nomura ανέφεραν σε σημείωμά τους στις 15 Μαρτίου ότι η προεκλογική περίοδος για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ φέτος είναι πιθανό να αναθερμάνει ορισμένα εμπορικά ζητήματα. «Εκτιμούμε ότι ο αποπληθωρισμός των τιμών των εξαγωγών της Κίνας και η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σε διάφορους στρατηγικά σημαντικούς τομείς μπορεί να προκαλέσουν κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων αργότερα φέτος, και πιθανώς και αργότερα».
Πηγή: OT