Τα επικαιροποιημένα στοιχεία για τις συνθήκες διαβίωσης στην Ελλάδα το 2023, που εξέδωσε η ΕΛΣΤΑΤ, «στραπατσάρουν» τη θετική εικόνα που φιλοτεχνεί η κυβέρνηση εν όψει της ΔΕΘ.
Πριν λίγες ημέρες το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών εξέδωσε μακροσκελή ανακοίνωση, με τίτλο «7 πρωτιές και 7 αλήθειες για την ελληνική οικονομία», παρουσιάζοντας την πρόοδο της Ελλάδας την τελευταία πενταετία, επί διακυβέρνησης ΝΔ.
Εστίαζε μεταξύ άλλων στη μείωση της ανεργίας, την αύξηση των εισοδημάτων και της κατανάλωσης, και την ταχεία απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Παραδεχόταν ότι υπάρχουν δυσκολίες, λόγω του «παγκόσμιου πληθωριστικού σοκ» και ότι οι μισθοί υπολείπονται του ευρωπαϊκού μέσου όρου, όμως… δεν μπορούμε να είμαστε μηδενιστές και ισοπεδωτικοί.
«Η κυβέρνηση δεν μπορεί να αποδεχθεί να υποβαθμίζονται οι κατακτήσεις των πολιτών και να παρουσιάζεται μια μίζερη εικόνα που πολλές φορές βασίζεται και σε λανθασμένα ή ελλιπή οικονομικά στοιχεία», σημείωνε χαρακτηριστικά. Το πνεύμα της ανακοίνωσης αποτυπώνει και η ανάρτηση του υπουργού Οικονομίας Κωστή Χατζηδάκη, με την προτροπή «κάπου ώπα παιδιά!» σε όσους αμφισβητούν τα κυβερνητικά επιτεύγματα.
Η ΕΛΣΤΑΤ και το ΥπΟικ
Χωρίς διάθεση ισοπέδωσης, αξίζει να επικεντρωθούμε στα στοιχεία που παρουσιάζει η κυβέρνηση για τη φτώχεια, και να τα συγκρίνουμε με τους σημερινούς πίνακες της ΕΛΣΤΑΤ. (Δείτε εδώ)
«Η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στην Ελλάδα επιβεβαιώνεται και από την θετική εξέλιξη των βασικών δεικτών φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Συγκεκριμένα, και σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ο δείκτης που μετρά το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού έπεσε από 29% το 2019 στο 26,1% το 2023, συγκλίνοντας σημαντικά προς τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο (21,4%)», σημειώνει η ανακοίνωση του υπουργείου.
Για τους άνω των 65 ετών, το ποσοστό πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό αυξήθηκε από 19,2% το 2019 στο 23,9% το 2023
Αφήνοντας στην άκρη τα κυβερνητικά μαθηματικά, που βλέπουν ως «σημαντική σύγκλιση» την ψαλίδα των σχεδόν 5 ποσοστιαίων μονάδων, ας δούμε ποια είναι η πραγματική κατάσταση:
Η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας στην Ευρωζώνη, με μικρή απόσταση από την Ισπανία (26,5%).
Αλλά και σε σύγκριση με τις χώρες εκτός Ευρώ, η Ελλάδα παραμένει αισθητά φτωχότερη από χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία). Οι μόνες που μας ξεπερνάνε σε ποσοστά φτώχειας είναι η Βουλγαρία και η Ρουμανία, με 30% και 32% αντίστοιχα.
Αυξήθηκαν οι φτωχοί άνω των 65
Η κυβέρνηση επαίρεται ότι επί των ημερών της αμβλύνθηκαν οι αδικίες και οι ανισότητες, όμως οι δείκτες φτώχειας μαρτυρούν το αντίθετο.
Δεν μας λέει για παράδειγμα ότι για τους ηλικιωμένους άνω των 65 ετών, το ποσοστό πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό αυξήθηκε επί διακυβέρνησης ΝΔ, από 19,2% το 2019 στο 23,9% το 2023.
Τα ποσοστά κινδύνου φτώχειας για τα παιδιά και για τις γυναίκες είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη με 28,1% και 27,3% αντίστοιχα.
Επίσης, όπως επιβεβαιώνουν τα σημερινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αυξήθηκε επί της διακυβέρνησης της ΝΔ το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (επιδόματα, παροχές). Το 2019 ήταν στο 17,9% και το 2023 σκαρφάλωσε στο 18,9%.
Η μεγαλύτερη αύξηση στο ποσοστό κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις εντοπίζεται στην ηλικιακή κατηγορία άνω των 65 ετών. Από 12,2% το 2019, εκτοξεύθηκε στο 17,6%.
Πριν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις σχεδόν τα 2 στα 10 άτομα άνω των 65 ετών βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας (19,8%), από 14,5% το 2019.
Αύξηση κινδύνου φτώχειας για γυναίκες και παιδιά
Με μεγαλύτερη ταχύτητα σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό αυξήθηκε και το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τις γυναίκες. Μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις φτάνει το 19,8%, από 18% το 2019. Χωρίς τα επιδόματα, σχεδόν η μία στις τέσσερις γυναίκες (24%) βρίσκεται στο κατώφλι της φτώχειας, από 23,3% το 2019.
Το 20% των πλουσιότερων έχουν αθροιστικά υπερπενταπλάσια εισοδήματα (5,3) από το 20% των φτωχότερων.
Σύμφωνα πάντα με την ΕΛΣΤΑΤ, αυξήθηκε επίσης ο κίνδυνος φτώχειας, μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, για τα παιδιά ως 17 ετών, στο 21,8%, από 21,1% το 2019.
Τα συνολικά ποσοστά συγκρατούνται από την οριακή υποχώρηση του κινδύνου φτώχειας στις παραγωγικές ηλικίες 17-64 ετών, στο 18,6% από 18,9%
Επίσης, ενώ συνολικά το ποσοστό ατόμων σε υλική και κοινωνική στέρηση μειώνεται, στους άνω των 65% έχει αυξηθεί αισθητά. Από 10,6% το 2020, στο 12,3% το 2023.
Εισοδηματική ανισότητα
Αν μάλιστα υπολογίσουμε τον κίνδυνο φτώχειας με βάση το κατώφλι φτώχειας του 2008 – πριν την κρίση, τότε ο ένας στους τρεις κατοίκους της Ελλάδας (33,3%) είναι οριακά φτωχός. Το ποσοστό μειώθηκε μεν σημαντικά επί διακυβέρνησης ΝΔ (από 42% το 2019), όμως εντός του 2023 κινήθηκε ανοδικά, κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες.
Τέλος, αυξήθηκε έστω και οριακά, η ανισοκατανομή εισοδήματος – δηλαδή η ψαλίδα που χωρίζει το πλουσιότερο 20% από το φτωχότερο 20% του πληθυσμού. Το 20% των πλουσιότερων έχουν αθροιστικά υπερπενταπλάσια εισοδήματα (5,3) από το 20% των φτωχότερων.
Ειδικά για τους άνω των 65 η ανισότητα μεγάλωσε αισθητά, από το 3,8 στο 4,14, αντικατοπτρίζοντας και τη μεγάλη ψαλίδα στις συντάξεις.