Αρκετά μεγάλη παραλλακτικότητα όσον αφορά την εξέλιξη της νέας βλάστησης της ελιάς και συγκεκριμένα την εξέλιξη και το μέγεθος των ανθοταξιών, ανάλογα με το υψόμετρο, καθώς και μεταξύ ελαιώνων ηπειρωτικών περιοχών και εκείνων που γειτνιάζουν με τη θάλασσα παρατηρείται μέχρι τώρα στις περιοχές της Κεντρικής Ελλάδας.
Σε όψιμες και πιο κρύες περιοχές οι ανθοταξίες βρίσκονται στο στάδιο της έκπτυξης και στις πλέον πρώιμες στο στάδιο της πλήρους ανθοταξίας.
Ωστόσο, όπως εκτιμά το Περιφερειακό Κέντρο Βόλου, Προστασίας Φυτών, Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου φαίνεται ότι σε όλες σχεδόν τις περιοχές η καρποφορία αναμένεται να είναι αρκετά ικανοποιητική, εφόσον βέβαια, βοηθήσουν και οι καιρικές συνθήκες κατά την περίοδο της άνθησης και της καρπόδεσης.
Ποικιλόμορφη η εξέλιξη της νέας βλάστησης της ελιάς
Πυρηνοτρήτης
Ο πυρηνοτρήτης και ο δάκος αποτελούν τους σπουδαιότερους εντομολογικούς εχθρούς της ελιάς, διότι είναι δυνατό να προκαλέσουν μεγάλη απώλεια στην παραγωγή.
Είναι μικρολεπιδόπτερο που συμπληρώνει τρεις γενιές ετησίως, η καθεμιά σε διαφορετικά βλαστικά όργανα της ελιάς. Η φυλλοφάγος ή φυλλόβιος γενιά αν και μεγαλύτερης διάρκειας (Σεπτέμβριος-Μάρτιος) κατά κανόνα δεν προκαλεί αξιόλογη ζημιά και για το λόγο αυτό δεν αποτελεί στόχο καταπολέμησης. Άλλωστε, εντομοκτόνες επεμβάσεις εναντίον αυτής της γενεάς κατά τα τέλη του χειμώνα είναι αμφιβόλου αποτελεσματικότητας λόγω του ακανόνιστου ρυθμού εξόδου των προνυμφών από τις στοές των φύλλων και κυρίως διότι κατά την εποχή των επεμβάσεων δεν είναι ακόμη γνωστό αν θα υπάρξει ανθοφορία και καρποφορία των ελαιοδένδρων. Οι προνύμφες της ανθοφάγου ή ανθόβιας γενιάς (Απρίλιος-Μάιος) αναπτύσσονται ανάμεσα στις ανθοταξίες τρεφόμενες από τα αναπαραγωγικά όργανα των κλειστών και ανοικτών ανθέων, τα οποία και καταστρέφουν.
Σε περίπτωση μεγάλης ανθοφορίας η ζημιά που προκαλούν στην παραγωγή συνήθως είναι μικρής οικονομικής σημασίας, αφού σε τέτοια περίπτωση ένα ποσοστό 3-5% των ανθέων θεωρείται αρκετό για να δώσει μία ικανοποιητική παραγωγή.
Επέμβαση με ευρέως φάσματος εντομοκτόνα (πυρεθροειδή) εναντίον της ανθόβιας γενιάς συνιστάται μόνο στην περίπτωση πολύ χαμηλής ανθοφορίας και ταυτόχρονα υψηλής πληθυσμιακής πίεσης του εντόμου. Ωστόσο, μία τέτοια επέμβαση θεωρείται ιδιαίτερα επιβλαβής, διότι η περίοδος εφαρμογής της συμπίπτει χρονικά με την περίοδο δραστηριότητας των περισσότερων ωφέλιμων εντόμων (παρασιτοειδών και αρπακτικών) που παρασιτούν τους εχθρούς της ελιάς.
Αποτελεσματική καταπολέμηση των ανθοφάγων προνυμφών του πυρηνοτρήτη με ταυτόχρονη προστασία της ωφέλιμης πανίδας και του περιβάλλοντος γενικότερα, είναι δυνατόν να επιτευχθεί μέσω έγκαιρων επεμβάσεων με μικροβιακά σκευάσματα.
Όμως, πρέπει να γίνει σαφές ότι μία χημική ή μικροβιακή επέμβαση εναντίον της ανθόβιας γενιάς, παρά τη σημαντική μείωση του πληθυσμού των προνυμφών που επιφέρει, δεν είναι ικανή να προστατεύσει τον ελαιόκαρπο από την προσβολή της επακόλουθης γενεάς, ώστε να μην είναι αναγκαία επέμβαση με εντομοκτόνα στη γενεά αυτή. Αυτό σημαίνει ότι μείωση, έστω και σημαντική, του πληθυσμού του εντόμου στην ανθόβια γενιά, δεν σημαίνει ότι ο πληθυσμός του εντόμου στην επόμενη καρποφάγο γενεά θα είναι πάντα μικρός ή μικρότερος από εκείνον της ανθόβιας.
Η πτήση των ακμαίων της φυλλόβιας γενιάς έχει αρχίσει σε πρώιμες παραθαλάσσιες περιοχές ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα. Προς το παρόν, οι συλλήψεις ακμαίων του εντόμου στις φερομονικές παγίδες κυμαίνονται σε χαμηλά για το έντομο επίπεδα. Ωστόσο, η εικόνα αυτή είναι απλώς ενδεικτική και δεν μπορεί και δεν πρέπει να αντιπροσωπεύει κάθε ελαιοκομική περιοχή και ελαιώνα.
Για το λόγο αυτό συστήνεται στους παραγωγούς να αναρτήσουν φερομονικές παγίδες παρακολούθησης του εντόμου στους ελαιώνες τους, καλύπτοντας όλη την έκταση του ελαιώνα. Η καταμέτρηση των ακμαίων στις παγίδες καλό είναι να γίνεται δύο φορές την εβδομάδα και να υπολογίζεται ο αριθμός των συλλήψεων ανά ημέρα, προκειμένου να είναι συγκρίσιμος. Ο αριθμός των παγίδων εξαρτάται από την έκταση και το σχήμα του ελαιώνα και ισχύει ότι όσο πυκνότερο το δίκτυο των παγίδων, τόσο αντικειμενικότερη είναι η εικόνα της πτητικής δραστηριότητας του εντόμου.
Σε χρονιές πλούσιας ανθοφορίας όπως η φετινή, η παρακολούθηση του πληθυσμού της φυλλόβιας γενιάς του πυρηνοτρήτη έχει μικρή σημασία, με εξαίρεση χρονιές που η ανθοφορία είναι εξαιρετικά φτωχή. Αντιθέτως, στο στάδιο του καρπιδίου η παρακολούθηση της πτητικής δραστηριότητας των ακμαίων της ανθόβιας γενιάς έχει ύψιστη σημασία για την προστασία της παραγωγής.
Ψύλλα ή βαμβακάδα
Αυτή την εποχή αρχίζουν να σχηματίζονται πάνω στην τρυφερή βλάστηση και κυρίως πάνω στις αναπτυσσόμενες ανθοταξίες λευκές βαμβακώδεις και κολλώδεις μάζες. Πρόκειται για ομάδες προνυμφών του εντόμου ψύλλα ή βαμβακάδα της ελιάς, οι οποίες τρέφονται μυζώντας χυμούς.
Τα λευκά εκκρίματα που περιβάλλουν το σώμα τους, καθώς και τα μελιτώδη απεκκρίματά τους θεωρείται ότι σε μεγάλους 3 πληθυσμούς θα μπορούσαν να εμποδίσουν την άνθηση και την καρπόδεση, αν και κάτι τέτοιο δεν έχει αποδειχθεί.
Συνήθως δεν απαιτείται χημική καταπολέμηση του εντόμου, παρά μόνο σε περιπτώσεις ελαιώνων με μικρό ποσοστό ανθοφορίας και με μεγάλη προσβολή από το έντομο.