Παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας και του πρωθυπουργού, οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση έπιασαν πάτο (2022) σε σύγκριση με τις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ.
Τα στοιχεία που παρουσιάζει η έκθεση «Education at a Glance 2024» επιβεβαιώνουν σε απόλυτο βαθμό τα σοβαρά λειτουργικά προβλήματα που παρατηρούνται στα δημόσια σχολεία και τα πανεπιστήμια που παρά την αύξηση των δαπανών των τελευταίων ετών παραμένουν άλυτα.
Κατά μέσο όρο, οι χώρες του ΟΟΣΑ αφιερώνουν περίπου το 12% των κρατικών δαπανών τους στην εκπαίδευση
Σύμφωνα με την έκθεση, στη χώρα μας, οι δαπάνες για την πρωτοβάθμια, τη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση -συμπεριλαμβανομένης της μη τυπικής μάθησης- για το 2022 φτάνει περίπου το 7%, παραμένοντας στο χαμηλότερο επίπεδο, μαζί με την Ιταλία. Κατά μέσο όρο, οι χώρες του ΟΟΣΑ αφιερώνουν περίπου το 12% των κρατικών δαπανών τους στην εκπαίδευση, με τα υψηλότερα ποσοστά, άνω του 15%, να καταγράφονται στην Κόστα Ρίκα, το Ισραήλ και την Ελβετία.
Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος το 2024
Αν συγκρίνουμε τις δημόσιες δαπάνες παιδείας με το ΑΕΠ, που είναι και ο διεθνής δείκτης σύγκρισης, θα διαπιστώσουμε ότι αυτές (το 2024) παραμένουν στο 2,8% του ΑΕΠ, καταγράφοντας μάλιστα και μια μικρή πτώση (-0,1) από το περσινό ποσοστό (2,9%) ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός δείκτης στις δαπάνες αυτές κυμαίνεται στο 5%-5,5%, τα τελευταία χρόνια.
Το 2022, η μέση δημόσια δαπάνη της ΕΕ για την εκπαίδευση έφτασε το 9,5% της συνολικής δημόσιας δαπάνης. Οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση φαίνεται να έχουν σταθεροποιηθεί σε γενικές γραμμές στην ΕΕ, τόσο ως ποσοστό του ΑΕΠ όσο και ως προς τις συνολικές δημόσιες δαπάνες.
Σταθερά η χώρα μας βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τις εκπαιδευτικές δαπάνες ως ποσοστό επί των συνολικών δημοσίων δαπανών (7,2% έναντι 9,5% στην ΕΕ).
Τα στοιχεία γενικότερα αποτυπώνουν ένα πολιτικό μοτίβο που δείχνει ότι η Ελλάδα δίνει μεγαλύτερο βάρος στην εξωτερική και εσωτερική ασφάλεια και λιγότερο στην ενίσχυση της Υγείας και της Παιδείας.
Μισθοί εκπαιδευτικών
Πίσω στην έκθεση «Education at a Glance 2024» 18 από τις 21 χώρες με διαθέσιμα στοιχεία για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ανέφεραν ότι αντιμετώπιζαν ελλείψεις σε πλήρως καταρτισμένους εκπαιδευτικούς στην αρχή του ακαδημαϊκού έτους 2022/2023.
Η Ελλάδα ήταν μία από τις λίγες εξαιρέσεις (μαζί με την Κορέα και την Τουρκία) που δεν ανέφεραν ελλείψεις εκπαιδευτικών. Ωστόσο, η Ελλάδα ήταν μία από τις 11 χώρες του ΟΟΣΑ όπου μειώθηκαν οι πραγματικοί μισθοί (δηλαδή προσαρμοσμένοι στον πληθωρισμό) των εκπαιδευτικών κατώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Γυμνάσιο) την περίοδο 2015-2023, με τη χώρα μας να καταγράφει μάλιστα τη μεγαλύτερη μείωση, ήτοι 9%, όταν κατά μέσο όρο στον ΟΟΣΑ, καταγράφηκε αύξηση 4%. Σε ονομαστικούς όρους, οι μισθοί στην Ελλάδα παρέμειναν σταθεροί μεταξύ 2015 και 2023.
Όσον αφορά τον αριθμό των ωρών που οι εκπαιδευτικοί είναι υποχρεωμένοι βάσει σύμβασης να διδάσκουν ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό από χώρα σε χώρα. Στην Ελλάδα, οι εκπαιδευτικοί στην κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση πρέπει να διδάσκουν 613 ώρες ετησίως. Αυτό είναι κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ που είναι 706 ώρες ετησίως.
Αγορά εργασίας
Η δύσκολη κατάσταση στην αγορά εργασίας που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι χωρίς προσόντα ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αντικατοπτρίζεται στα ποσοστά απασχόλησης μεταξύ των ατόμων ηλικίας 25-34 ετών. Στην Ελλάδα, το 54% των ατόμων ηλικίας 25-34 ετών που δεν έχουν απολυτήριο ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης απασχολούνται, σε σύγκριση με το 66% των ατόμων με απολυτήριο ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ή μεταδευτεροβάθμιας μη τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Οι αντίστοιχοι μέσοι όροι του ΟΟΣΑ είναι 61% και 79%, αντίστοιχα.
Επιπλέον, οι εργαζόμενοι χωρίς προσόντα ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κινδυνεύουν με πολύ χαμηλούς μισθούς στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ.
Στην Ελλάδα, το 33% των ατόμων ηλικίας 25-64 ετών με εκπαιδευτικό επίπεδο κάτω από το ανώτερο δευτεροβάθμιο κερδίζει το μισό ή λιγότερο από το μισό του διάμεσου εισοδήματος σε σύγκριση με το 18% των εργαζομένων με ανώτερο δευτεροβάθμιο ή μεταδευτεροβάθμιο μη τριτοβάθμιο εκπαιδευτικό επίπεδο και το 10% των εργαζομένων με τριτοβάθμιο τίτλο σπουδών. Σε ολόκληρο τον ΟΟΣΑ, τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 28%, 17% και 10%.
Χάσμα παιδικής μέριμνας
Στην έκθεση γίνεται αναφορά και στο λεγόμενο χάσμα παιδικής μέριμνας, την περίοδο μεταξύ της λήξης της γονικής άδειας μετ’ αποδοχών και της έναρξης της δωρεάν προσχολικής εκπαίδευσης και φροντίδας ή υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Σε οκτώ χώρες του ΟΟΣΑ, δεν υπάρχει κενό όσον αφορά τη φροντίδα των παιδιών, καθώς η δωρεάν προσχολική εκπαίδευση ή η υποχρεωτική εκπαίδευση ξεκινά αμέσως μετά τη λήξη της γονικής άδειας μετ’ αποδοχών.
Αντίθετα, η Ελλάδα έχει ένα κενό 3 ετών μεταξύ της λήξης της γονικής άδειας μετ’ αποδοχών και της έναρξης της δωρεάν υποχρεωτικής εκπαίδευσης.