Η μετρημένη απάντηση της Κίνας στην κίνηση των ΗΠΑ να αυξήσουν τους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων από σύριγγες έως μπαταρίες υποδηλώνει ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου είναι περισσότερο ψυχρές παρά εχθρικές.
Η Κίνα κατήγγειλε την ενέργεια της κυβέρνησης Μπάιντεν και υποσχέθηκε «αποφασιστικά μέτρα» για την προστασία των συμφερόντων της.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει σε ανάλυσή του το Reuters, η απάντηση του Πεκίνου υποδηλώνει επίσης μια νέα δυναμική – και εμπιστοσύνη – σε σύγκριση με το 2018, όταν οι δασμοί της εποχής Τραμπ σε κινεζικά προϊόντα 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων προκάλεσαν έναν κλιμακούμενο εμπορικό πόλεμο.
Οι διαφορές
Και οι διαφορές συγκρίνοντας το τότε με το σήμερα είναι αξιοσημείωτες: ο Λευκός Οίκος επισήμανε εκ των προτέρων πιθανά μέτρα σε Κινέζους αξιωματούχους και οι δασμοί στοχεύουν βιομηχανίες, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρικών οχημάτων και των μπαταριών, όπου ο οικονομικός αντίκτυπος είναι περιορισμένος και η κυριαρχία των κινεζικών εταιρειών φαίνεται αδιαμφισβήτητη.
Σε απάντηση στους δασμούς, τα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης αντέκρουσαν, κατηγορώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι ανατρέπουν τις δικές τους αρχές ελεύθερου εμπορίου και λαμβάνουν μέτρα που απειλούν τους κλιματικούς στόχους και θα αυξήσουν το κόστος για τους Αμερικανούς καταναλωτές.
Στην ουσία εδώ πάει το επιχείρημα, «κάνεις κακό στον εαυτό σου», γράφει το Reuters.
Αυτό σηματοδοτεί μια διαφοροποίηση από τουυς υψηλούς τόνους του 2018, όταν ένας Κινέζος διαπραγματευτής είπε ότι η Ουάσιγκτον έβαζε «μαχαίρι στο λαιμό της Κίνας» και τα κρατικά μέσα ενημέρωσης πρότειναν ακραία αντίμετρα όπως μποϊκοτάζ των εισαγωγών τροφίμων από τις ΗΠΑ ή ξεπούλημα αμερικανικών ομολόγων.
Το πιο έντονη σημείο της κινεζικής απάντησης, θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι όταν το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου κατηγόρησε τον Λευκό Οίκο ότι παραβίασε το πνεύμα μιας συμφωνίας για σταθερές διμερείς σχέσεις που επιτεύχθηκε από τον Κινέζο Πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ και τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στα τέλη του περασμένου έτους στο Σαν Φρανσίσκο.
Ο Μπάιντεν είπε ότι θέλει να κερδίσει αυτήν την εποχή του ανταγωνισμού με την Κίνα, αλλά όχι να ξεκινήσει έναν εμπορικό πόλεμο και οι Αμερικανοί αξιωματούχοι προσπάθησαν να συνεργαστούν με το Πεκίνο σε περιορισμένους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της κλιματικής αλλαγής.
«Ό,τι δεν σε σκοτώνει»
Αναλυτές εκτιμούν ότι η Κίνα έχει χρόνο να αντεπεξέλθει με στοχευμένες δικές της ενέργειες προτού τεθούν σε ισχύ οι δασμοί. Αλλά πολλά έχουν αλλάξει από το 2018.
Εκείνη τη χρονιά, οι κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες κατασκεύασαν μόλις 800.000 ηλεκτρικά οχήματα. Μέχρι το 2023, η παραγωγή EV είχε εκτιναχθεί κατά οκτώ φορές, η Κίνα είχε ξεπεράσει την Ιαπωνία ως ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αυτοκινήτων στον κόσμο και οι κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες εκτελούσαν σχέδια επέκτασης από τη Νοτιοανατολική Ασία στην Ευρώπη.
Η Huawei, η οποία είχε ακρωτηριαστεί από τις κυρώσεις των ΗΠΑ το 2019, έχει ανακάμψει , πρωτοστατώντας στη ζήτηση για τσιπ κατασκευασμένα στην Κίνα και αμφισβητώντας την Apple στην κινεζική επιχείρηση smartphone και την Tesla στα EVs.
«Ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό», ανέφερε χαρακτηριστικά το Xinhua σε ένα σχόλιο για τους δασμούς των ΗΠΑ. «Φαίνεται ότι η περίφημη πρόταση ισχύει για τις εταιρείες τεχνολογίας της Κίνας».
Το Πεκίνο γνώριζε ότι αυτός ο γύρος δασμών ερχόταν. Σε πρόσφατες επισκέψεις στην Κίνα, η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν και άλλοι είχαν στείλει ένα μήνυμα ότι η βιομηχανική ικανότητα της Κίνας να κατασκευάζει περισσότερα EVs, ηλιακούς συλλέκτες και μπαταρίες από όσα μπορεί να απορροφήσει η οικονομία της, αποτελεί κίνδυνο για τις θέσεις εργασίας και τις αμερικανικές επιχειρήσεις.
Εμπορικό χάσμα
Κινέζοι αξιωματούχοι και κρατικά μέσα ενημέρωσης απέρριψαν αυτό το επιχείρημα, λέγοντας ότι οι κατασκευαστές ηλεκτρικών οχημάτων της χώρας κυριαρχούν λόγω των πλεονεκτημάτων της καινοτομίας και της εφοδιαστικής αλυσίδας και όχι των επιδοτήσεων.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήγαγαν 427 δισεκατομμύρια δολάρια σε αγαθά από την Κίνα πέρυσι και εξήγαγαν 148 δισεκατομμύρια δολάρια στη Νο. 2 οικονομία του κόσμου, ένα εμπορικό χάσμα που παραμένει για δεκαετίες και γίνεται όλο και πιο ευαίσθητο θέμα στην Ουάσιγκτον.
Και οι δύο υποψήφιοι για την προεδρία του 2024 υιοθετούν σκληρή γραμμή για την Κίνα ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου, το πλαίσιο που καταλαβαίνουν οι Κινέζοι αξιωματούχοι. Και μέσα σε όλο το πλαίσιο το Πεκίνο θα εξετάσει με ποιον θα προτιμούσε να συνεργαστεί μόλις ολοκληρωθούν οι εκλογές.
Πηγή: ΟΤ