Προσκόμματα στη συζήτηση για τους δημοσιονομικούς κανόνες, μέσα από την επιχειρούμενη αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης βάζει η Γερμανία.
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Κρίστιαν Λίντνερ προειδοποίησε ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ αποτυγχάνουν να γεφυρώσουν τις διαφορές τους συνομιλίες σχετικά με τη μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων της Κομισιόν, γεγονός που μειώνει τις ελπίδες για επίτευξη συμφωνίας έως το τέλος του έτους.
Οι δηλώσεις του κ.Λίντνερ στους Financial Times υποδηλώνουν ότι δεν υποχωρεί από τις απαιτήσεις για μια πιο μεγάλη μείωση του δημόσιου χρέους, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια αναμέτρηση με χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία που επιθυμούν ένα πιο ευέλικτο καθεστώς. «Δεν υπάρχει ακόμη πεδίο συμφωνίας – μια λύση που να πείθει τους πάντες», δήλωσε.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί μια αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που θα επιτρέψει, για πρώτη φορά, να επιτευχθούν συμφωνίες για τη μείωση του χρέους απευθείας μεταξύ των Βρυξελλών και των κρατών-μελών.
Ωστόσο, η Γερμανία είναι επιφυλακτική ως προς το να δοθεί στην Επιτροπή υπερβολικά μεγάλο περιθώριο στις διμερείς διαπραγματεύσεις και θα προτιμούσε αυστηρότερους κανόνες.
Υπάρχουν και άλλα κράτη που στηρίζουν τις γερμανικές απόψεις
Ο κ. Λίντνερ υποστήριξε ότι η επικριτική του στάση απέναντι στις προτάσεις της Επιτροπής έχει την υποστήριξη άλλων χωρών της ΕΕ που είναι “γερακίσιες” και προειδοποίησε ότι η μεταρρύθμιση πρέπει τελικά να αντανακλά τη σημασία των σταθερών δημόσιων οικονομικών. “Δεν μπορώ να φανταστώ μια αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων που δεν θα λαμβάνει υπόψη τις προτάσεις της Γερμανίας”, δήλωσε.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, ο οποίος χαρακτήρισε τον εαυτό του “φιλικό γεράκι”, απέρριψε επίσης τα αιτήματα για νέα μετρητά για τον προϋπολογισμό της ΕΕ, ο οποίος έχει υποστεί πίεση από τις δαπάνες που σχετίζονται με τον πόλεμο στην Ουκρανία. “Θα πρέπει να θέσουμε νέες προτεραιότητες για τα χρήματα που εξακολουθούμε να έχουμε στη διάθεσή μας, προτού η ΕΕ ζητήσει περισσότερα από τα κράτη μέλη”, δήλωσε.
Η εφαρμογή των υφιστάμενων δημοσιονομικών κανόνων έχει ανασταλεί από τους πρώτους μήνες της πανδημίας Covid-19 το 2020, αλλά αναμένεται να επανέλθουν το επόμενο έτος.
«Καρφιά» Ευρωπαίου αξιωματούχου για τη Γερμανία
Το ζήτημα του τρόπου μεταρρύθμισης του Συμφώνου εξελίσσεται σε ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα που αντιμετωπίζει το μπλοκ φέτος, αναζωπυρώνοντας τις επί μακρόν λανθάνουσες διαμάχες μεταξύ περιστεριών και γερακιών σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης των προϋπολογισμών των κρατών μελών.
Η σκληρή γραμμή του Λίντνερ έχει προκαλέσει απογοήτευση σε ορισμένες πρωτεύουσες. “Αν δεν υπήρχε η γερμανική θέση, θα είχαμε καταλήξει σε συμφωνία μέχρι τώρα”, δήλωσε ένας Ευρωπαίος αξιωματούχος.
Η Ισπανία, η οποία αναλαμβάνει την εξάμηνη εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ τον Ιούλιο, ελπίζει να επιτύχει συμφωνία μέχρι το τέλος του έτους, αλλά η απόφαση του πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ να προκηρύξει εκλογές αυτό το καλοκαίρι έχει μειώσει τις προσδοκίες.
Και οι δύο πλευρές συμφωνούν ότι η ΕΕ αντιμετωπίζει ένα τεράστιο δίλημμα σχετικά με το πώς θα μειώσει τα επίπεδα χρέους που εκτοξεύτηκαν κατά τη διάρκεια της Covid-19 και του πολέμου στην Ουκρανία, δίνοντας παράλληλα στα κράτη μέλη αρκετή ελευθερία για να επενδύσουν στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και στην αποκατάσταση των οικονομιών που έχουν πληγεί από την κρίση.
Παράπονα από Ρώμη και Παρίσι
Το Βερολίνο δεν ήταν η μόνη πρωτεύουσα που επέκρινε τις προτάσεις της Επιτροπής: Η Ρώμη παραπονέθηκε ότι οι επενδύσεις δεν λαμβάνουν επαρκή σημασία στους υπολογισμούς της ανάπτυξης, ενώ από την πλευρά του Παρισιού τονίστηκε ότι αντιτίθεται στις αυτόματες απαιτήσεις για τη μείωση του ελλείμματος και του χρέους, χαρακτηρίζοντάς τες αναποτελεσματικές.
Ο Λίντνερ, ηγέτης του φιλοεπιχειρηματικού κόμματος των Φιλελεύθερων Δημοκρατών, το οποίο συμμετέχει στον τριμερή συνασπισμό του Όλαφ Σολτς, δήλωσε ότι οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες υπέθεσαν εσφαλμένα ότι το Βερολίνο θα γινόταν πιο ήπιο στη δημοσιονομική πολιτική μετά την αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ. Η Μέρκελ κυβέρνησε τη χώρα για 16 χρόνια και καθοδήγησε τη γερακίσια αντίδρασή της στην κρίση χρέους της ευρωζώνης.
“Πολλοί άνθρωποι πίστευαν ότι επειδή η Γερμανία είχε τώρα έναν σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο και οι Πράσινοι ήταν στην κυβέρνηση, θα εγκατέλειπε τη δέσμευσή της για σταθερά δημόσια οικονομικά και θα ακολουθούσε άλλες αντιλήψεις”, είπε. “Αλλά αυτό δεν ισχύει”.
Κανόνας για το χρέος
Ο Λίντνερ θέλει έναν κανόνα που θα ορίζει ότι ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ των υπερχρεωμένων χωρών θα μειώνεται κατά 1 ποσοστιαία μονάδα κάθε χρόνο, ανεξάρτητα από το πού βρίσκονται στον οικονομικό κύκλο – ένα αίτημα που ορισμένα κράτη μέλη έχουν απορρίψει ως πολύ σκληρό. Η Γερμανία προβλέπει επίσης ότι οι λιγότερο υπερχρεωμένες χώρες θα μειώνουν τους δείκτες τους κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως.
Ο υπουργός αρνήθηκε ότι η Γερμανία είναι απομονωμένη στο θέμα αυτό. “Ακόμα και αν οι άλλοι είναι πιο ήπιοι, δεν θα πρέπει να το παρερμηνεύσετε πως σημαίνει ότι δεν συμφωνούν μαζί μας”, είπε. “Έχουμε πολλές άλλες χώρες στο πλευρό μας”.
Ερωτηθείς αν θα μπορούσε να συμβιβαστεί, ο Λίντνερ απέφυγε να απαντήσει, λέγοντας ότι η Γερμανία “έχει ήδη συναντήσει άλλα κράτη μέλη στα μισά της διαδρομής”.
Για παράδειγμα, το Βερολίνο συμφώνησε να καταργήσει μια υφιστάμενη και πιο επαχθή απαίτηση να μειώνουν τα κράτη μέλη τον λόγο του χρέους τους προς το ΑΕΠ κάθε χρόνο τουλάχιστον κατά το ένα εικοστό της διαφοράς μεταξύ του σημερινού επιπέδου και του στόχου της ΕΕ για το 60%.
Πορεία σύγκρουσης
Ο Λίντνερ αρνήθηκε ότι βρισκόταν σε πορεία σύγκρουσης με τις Βρυξέλλες. “Δεν πρόκειται για διαμάχη με την Επιτροπή ή με άλλα κράτη μέλη”, δήλωσε. “Το θέμα είναι να προσπαθήσουμε να πείσουμε τους πάντες ότι οι σημερινοί δείκτες χρέους είναι απλώς πολύ υψηλοί”.
Η Γερμανία, είπε, ήταν “πολύ εποικοδομητική από την αρχή, πολύ ρεαλιστική”. “Έχουμε διανύσει πολύ δρόμο”, πρόσθεσε. “Αλλά το αποτέλεσμα της μεταρρύθμισης … πρέπει να είναι υπερασπίσιμο. Πάνω απ’ όλα, οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες δεν μπορούν να αποτελούνται μόνο από εξαιρέσεις”.
Ο κ. Λίντνερ δήλωσε ότι χώρες με μη βιώσιμα υψηλό χρέος είχαν υποβαθμιστεί στο παρελθόν και αυτό είχε προκαλέσει “επιπτώσεις σε ολόκληρη τη δημοσιονομική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης”.
Ένας Γερμανός αξιωματούχος δήλωσε ότι ο σκληρός τόνος του Λίντνερ συγκάλυπτε το γεγονός ότι το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες έχουν έρθει πολύ πιο κοντά ο ένας στον άλλο τους τελευταίους μήνες. “Πρέπει να είναι σκληρός – αλλά κάθε Γερμανός υπουργός Οικονομικών πρέπει να το κάνει αυτό”, είπε.
Πηγή: OT.gr