Οικονομία

Ανεργία: Η «σκοτεινή πλευρά» της μείωσης στο 10%


Την «σκοτεινή πλευρά» των στατιστικών που καταγράφουν υποχώρηση της ανεργίας στην Ελλάδα στο 10% παρουσιάζει σε πρόσφατη έκθεσή της η ερευνητική ομάδα e-ResLab Aegean του Εργαστηρίου Γεωγραφίας της Εργασίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Η έκθεση, που επιμελήθηκαν οι Άννα Σαρούκου και Κώστας Γουρζής, προχωρά σε κριτική ανάλυση και αποτίμηση της εξέλιξης της ανεργίας με αφορμή την Έρευνα Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ για τον μήνα Σεπτέμβριο η οποία, όπως υποστηρίζουν οι ερευνητές, «ανέδειξε μια σειρά θετικών σημείων για την ελληνική αγορά εργασίας, οι οποίες αν μη τι άλλο χρήζουν προσεκτικής μελέτης».

Όπως αναφέρουν οι μελετητές του Πανεπιστημίου Αιγαίου, «στις 3 Νοεμβρίου 2023, η ΕΛΣΤΑΤ δημοσίευσε την περιοδική έρευνα εργατικού δυναμικού για τον μήνα Σεπτέμβριο. Μεταξύ άλλων, εκεί αναφέρεται πως η ανεργία έπεσε στο 10% από το 10.6% του προηγούμενου μήνα (Αύγουστος), ενώ γίνεται και μια σύγκριση με τον Σεπτέμβρη του προηγούμενου έτους (2022), οπότε και το σχετικό ποσοστό ανέρχονταν στο 12.2%. Επιπλέον, υπογραμμίζεται η σημαντική μείωση της ανεργίας τόσο ανάμεσα στους νέους ηλικίας 15-24 (από 39.6% το 2019 σε 19.4% το 2023) όσο και στις γυναίκες (από 21,6% το 2019 σε 12,4% το 2023).»

Ο τουρισμός και το «ρόλερ κόστερ» της απασχόλησης

«Με μια πρώτη ματιά», σημειώνουν, «αξίζει να σημειωθεί πως τα παραπάνω μεγέθη αφορούν μόνο έναν συγκεκριμένο μήνα (Σεπτέμβριο) και δεν αναφέρονται σε κάποιο ευρύτερο διάστημα (π.χ., τρίμηνο ή έτος). Μάλιστα, ο μήνας Σεπτέμβριος αποτελεί παραδοσιακά μέρος της τουριστικής περιόδου -και μάλιστα του πιο εντατικού τμήματός της-, ως εκ  τούτου τα ποσοστά ανεργίας αναμενόμενα είναι χαμηλότερα εν συγκρίσει με άλλους μήνες του έτους λόγω της αύξησης της εποχικής απασχόλησης».

Η παρατήρηση αυτή οδηγεί τους αναλυτές του e-ResLab Aegean «σε δύο άξονες προβληματικής. Αφενός, ότι τα μεγέθη της απασχόλησης, ιδωμένα για μήνες της τουριστικής περιόδου, δεν αρκούν για να δώσουν μια ασφαλή εικόνα της κατάστασης για το σύνολο του έτους. Αφετέρου, το ότι οι παραπάνω παρατηρήσεις δεν μπορούν να ιδωθούν ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η εποχική απασχόληση σχετίζεται ευθέως με την εργασιακή επισφάλεια κατά το υπόλοιπο έτος, και συνεπώς, δεν δύναται να αποτελεί σημείο αιχμής μιας εύρωστης αγοράς εργασίας.»

Συγκεκριμένα, οι μελετητές εξηγούν ότι «σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου ο κλάδος του τουρισμού αποτελεί την ατμομηχανή της οικονομίας (και ταυτόχρονα το πιο ευάλωτο κομμάτι της), οι αυξομειώσεις της εποχικής απασχόλησης είναι εντονότερες. Χαρακτηριστικό της ισχυρής εξάρτησης της Ελλάδας από τον τουρισμό είναι πως βάσει εκτιμήσεων της Παγκόσμιας Τράπεζας, η απευθείας συμβολή του κλάδου στο εθνικό ΑΕΠ ήταν σχεδόν 8.5% το 2022, έχοντας αυξηθεί από το 5.5% που βρίσκονταν κατά την έναρξη της κρίσης (2008). Παράλληλα, η ευρύτερη συμβολή του κλάδου στην οικονομία έφτασε το 18.5% (για το έτος 2022) βάσει άλλων εκτιμήσεων. Τα ποσοστά αυτά είναι μεν χαμηλότερα από χώρες όπως η Μάλτα και η Κροατία, οι οποίες εξαρτώνται απόλυτα από τον τουρισμό, ωστόσο είναι υψηλότερα από αυτά της Κύπρου, της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας.»

Οι συγγραφείς της έκθεσης υπογραμμίζουν ότι «πέραν της αναφοράς των δεδομένων σε έναν συγκεκριμένο μήνα, αξίζει επίσης να σημειωθεί πως στην έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ αναφέρεται ως νεανική ανεργία αυτή για τις ηλικίες 15-24. Η συγκεκριμένη ηλικιακή εστίαση, παρόλο που είναι συχνή και απαντάται σε πλειάδα εγγράφων πέραν της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ, αφήνει εκτός ένα εξαιρετικά ευάλωτο τμήμα της νεολαίας, αυτό μεταξύ 25 και 29.»

Περισσότεροι από ό,τι το 2009 οι άνεργοι

Εξετάζοντας ακολούθως την πορεία της απασχόλησης τα τελευταία 16 χρόνια, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Αιγαίου υπογραμμίζουν ότι «γρήγορα αναδεικνύεται ο επιμένων απόλυτος όγκος της ανεργίας, καθώς και τα διαχρονικά υψηλά ποσοστά της. Συγκεκριμένα, η κορύφωσή της ανεργίας την περασμένη δεκαετία ήρθε το 2013 (27.5%) για να ακολουθήσει μια σταδιακή μείωση μέχρι σήμερα (12.5% το 2022). Παρά τη φαινομενικά εντυπωσιακή μείωση αυτή ωστόσο, οι άνεργοι παραμένουν σημαντικά περισσότεροι σε σχέση με την έναρξη της κρίσης (387.900 το 2008 και 484.700 το 2009 έναντι 588.200 το 2022). Επιπρόσθετα, η χώρα κατείχε σταθερά από το 2013 έως και το 2021 τα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ, καταδεικνύοντας το γεγονός ότι ποτέ δεν μπήκε σε τροχιά ουσιαστικής ανάκαμψης.»

Ηλικιακό και έμφυλο χάσμα

Η εικόνα επιδεινώνεται αν εξεταστούν χαρακτηριστικά όπως το φύλο και η ηλικία. Όπως αναφέρεται στην έκθεση, η μείωση του αριθμού των ανέργων «δεν εξάλειψε το χάσμα ανάμεσα στην ανεργία ανδρών και γυναικών ή αυτό μεταξύ νεανικής και συνολικής, τα οποία εξακολουθούν να παραμένουν ευρεία. Συγκεκριμένα, η χώρα το 2022 κατείχε την πρώτη θέση πανευρωπαϊκά στη γυναικεία ανεργία (16.4%), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στους άνδρες την ίδια χρονιά ήταν 9.3%. Ομοίως, η ανεργία για τις ηλικίες 15-29 κορυφώθηκε και αυτή το 2013 (45.5%) πριν ακολουθήσει μια τροχιά υποχώρησης μέχρι το 2022 (20.3%), παραμένοντας ωστόσο αρκετά υψηλότερα από την αντίστοιχη συνολική ανεργία. Παρόλο λοιπόν που η μείωση του ποσοστού ανεργίας όντως επιτεύχθηκε, πρέπει να ιδωθεί μέσα σε ένα πλαίσιο οξειών ανισοτήτων, ιδίως έμφυλων και μεταξύ ηλικιακών ομάδων.»

«Έκρηξη» της ελαστικής απασχόλησης και φυγή στο εξωτερικό

Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός πως η μείωση της ανεργίας συνοδεύτηκε από την εξάπλωση επισφαλών μορφών απασχόλησης πέραν της εποχιακής. «Συγκεκριμένα», σημειώνεται, «πάνω από τους μισούς μερικώς απασχολούμενους στη χώρα εργάζονταν ευέλικτα παρά τη θέλησή τους από το 2009 έως το 2021, με το μερίδιο αυτό να αγγίζει το 70% για την περίοδο 2013-2020 και να προσεγγίζει το 50% το 2022, παραμένοντας υψηλότερα από το αντίστοιχο του 2008». Ως εκ τούτου, «η μη ηθελημένη μερική απασχόληση, η οποία σύμφωνα με πλειάδα ερευνητών αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα επισφάλειας, εξακολουθεί να αφορά ένα σημαντικό μερίδιο του εργατικού δυναμικού. Μάλιστα, πρέπει να σημειωθεί ότι στο ελληνικό πλαίσιο, η μερική απασχόληση στο σύνολο της συνδέεται με εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες όπως μειωμένες απολαβές, συχνές υπερωρίες και ασταθές ωράριο.»

«Όλα τα παραπάνω», καταλήγουν οι ερευνητές, «σκιαγραφούν μια σκοτεινή εικόνα για την αναπτυξιακή προοπτική της Ελλάδας». Χαρακτηριστικό της κατάστασης είναι το γεγονός «ότι η νεανική απασχόληση μειώθηκε κατά περίπου 40% κατά την περίοδο 2008-2022, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες νέοι άνθρωποι εγκατέλειψαν τη χώρα αναζητώντας καλύτερες συνθήκες απασχόλησης στο εξωτερικό, με ένα σημαντικό κομμάτι αυτών που παρέμειναν να καθίστανται άνεργοι».

«Να πάψει το κυνήγι της απασχολησιμότητας»

Ως εκ τούτου, «είναι αναγκαίο να υπάρξει μια ευρύτερη στροφή των σχετικών πολιτικών μακριά από το κυνήγι ενίσχυσης της “απασχολησιμότητας”, όπως αυτό αποτυπώνεται στα πλείστα προγράμματα προσωρινής (και μερικής) απασχόλησης στηριζόμενα από την ΔΥΠΑ, σε δραστηριότητες σχετικές με τον τουρισμό. Μάλιστα, τέτοιοι στόχοι έχουν απαξιωθεί σε όλες τις πρόσφατες κατευθύνσεις της ΕΕ, όπως για παράδειγμα στο πρόγραμμα “ενισχυμένες Εγγυήσεις για τη Νεολαία”.»

Κατά τους ερευνητές του Πανεπιστημίου Αιγαίου, «οι πολιτικές παρεμβάσεις θα πρέπει να εστιάσουν αρχικά στη διατήρηση και ακολούθως στην αύξηση του όγκου του εργατικού δυναμικού, καθώς αυτό αποτελεί μια αναγκαία συνθήκη ανάπτυξης. Για να γίνει αυτό, θα απαιτηθεί η αποτελεσματική ένταξη των νέων στην αγορά εργασίας και ιδιαιτέρως αυτών με υψηλές κάθετες και οριζόντιες δεξιότητες μέσα από τη δημιουργία θέσεων ποιοτικής απασχόλησης με αξιοπρεπείς απολαβές. Όπως καθίσταται σαφές, κάτι τέτοιο θα απαιτήσει τόσο την επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας, όσο και την πιο συστηματική επιθεώρηση των σχετικών νομοθεσιών στην αγορά εργασίας.»

Ανεργία και ελλείψεις εργαζομένων

Πώς εξηγείται το γεγονός ότι ο αριθμός των ανέργων παραμένει υψηλός παρά την πανθομολογούμενη έλλειψη εργατικού δυναμικού σε συγκεκριμένος κλάδους της οικονομίας; Μιλώντας στον ΟΤ ο Κώστας Γουρζής, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και εκ των συνυπογραφόντων την έκθεση υπογραμμίζει ότι πολλά από τα αίτια πίσω από αυτές τις ελλείψεις διαφοροποιούνται ανάλογα με τον  κλάδο και το επάγγελμα.

«Για παράδειγμα, οι ελλείψεις που αναφέρονται στον τουρισμό αυξάνονται μακριά από το κέντρο (Αττική) πλήττοντας εύρωστες τουριστικές περιφέρειες όπως το Νότιο Αιγαίο, η Κρήτη και τα Ιόνια Νησιά. Καθώς αυτές αφορούν κυρίως σε χειρωνακτικά επαγγέλματα μεσαίας και χαμηλής ειδίκευσης (π.χ. καθαριστών, σερβιτόρων, μαγείρων εκτός σεφ κλπ.), καταδεικνύεται η αδυναμία κινητικότητας ενός παραδοσιακά μετακινούμενου εποχικού δυναμικού», εξηγεί. «Οι λόγοι πίσω από αυτό περιλαμβάνουν τα αυξημένα κόστη μετακίνησης και διαμονής, τα οποία σε συνδυασμό με την στασιμότητα στις προσφερόμενες απολαβές, έχουν καταστήσει τη “σεζόν” λιγότερο ελκυστική.»

Από την άλλη «σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας οι ελλείψεις οφείλονται και σε κενά στις ζητούμενες δεξιότητες, τα οποία έχουν οξυνθεί λόγω της φυγής πολλών Ελλήνων με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης στο εξωτερικό. Χαρακτηριστικό άλλωστε είναι το “κυνήγι” των εργοδοτών για προγραμματιστές.» «Ωστόσο», υπογραμμίζει, «η αναφορά σε κενά δεξιοτήτων απαιτεί προσοχή, καθώς αυτά συχνά κρύβουν μια αναντιστοιχία μεταξύ των προσφερόμενων από τον εργοδότη συνθηκών εργασίας (απολαβές, παροχές, ωράριο, κλπ.) και των προσδοκιών του εργαζόμενου. Σε μια προσπάθεια αποτύπωσης αυτής της αναντιστοιχίας, το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP) ξεχωρίζει στις έρευνές του τα “πραγματικά” από τα “μη πραγματικά” (genuine/non genuine) κενά δεξιοτήτων.»

Τα απόνερα της οικονομικής κρίσης

Επιπροσθέτως, εξηγεί ο κ. Γουρζής, «πολλές ελλείψεις αποτελούν “απόνερα” της οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι κατασκευές, οι οποίες κατέρρευσαν μετά το 2009, καθώς συρρικνώθηκαν στο μισό μέσα σε πολύ λίγα χρόνια. Ένα μεγάλο μέρος του -υψηλά ειδικευμένου μέσω εμπειρίας- δυναμικού που έχασε τη δουλειά του, είτε βρήκε απασχόληση σε άλλους κλάδους, είτε ξεκίνησε τη δική του -παρεμφερή με τον κλάδο- επιχείρηση και ως αποτέλεσμα δεν είναι πλέον διαθέσιμο.

»Πέραν των παραπάνω, κάποια από τα αίτια που οδηγούν σε ελλείψεις δυναμικού είναι κοινά ανεξαρτήτως κλάδου. Ενδεικτικά, η αντιστοίχιση του πλεονάζοντος δυναμικού με κλάδους που αναζητούν εργαζόμενους είναι ανεπαρκής καθώς τα υπάρχοντα προγράμματα (επανα)κατάρτισης και καθοδήγησης πάσχουν από σοβαρά προβλήματα σχεδιασμού, υλοποίησης και χρηματοδότησης. Τέλος, σημαντικός παράγοντας πλέον είναι και το δημογραφικό πρόβλημα, καθώς ο πληθυσμός στις παραγωγικές ηλικίες συρρικνώνεται. Μέσα στο πλαίσιο της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης, όπου νέες δεξιότητες καθίστανται κρίσιμες, ο περιορισμένος  ρόλος των νέων στην αγορά εργασίας αποτελεί αγκάθι για την όποια αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας.»

Πηγή: OT.GR



Source link

sporadesnews
the authorsporadesnews