Το κοινοβούλιο της Κίνας τροποποίησε σήμερα ένα νόμο με στόχο να δώσει στο Κομμουνιστικό Κόμμα μεγαλύτερο έλεγχο επί του υπουργικού συμβουλίου της χώρας, του Κρατικού Συμβουλίου, αφού προηγουμένως ματαίωσε για πρώτη φορά εδώ και τρεις δεκαετίες τη συνέντευξη Τύπου που έδινε ο πρωθυπουργός μετά τη σύνοδο του κοινοβουλίου.
Κατά την τελευταία ημέρα του Εθνικού Λαϊκού Συνεδρίου στο Πεκίνο, ο τροποποιημένος Οργανικός Νόμος του Κρατικού Συμβουλίου πέρασε με τις ψήφους 2.883 συνέδρων, ενώ οκτώ ψήφισαν κατά και εννέα απείχαν.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
China’s parliament made revisions to a law, effectively granting the Communist Party (CCP) greater control over the State Council, the country’s cabinet.
This marks a continuation of efforts to shift executive authority from the government to the Party.https://t.co/BMtteUXk5Z pic.twitter.com/ymeWTceTOI— EU today (@EU_today) March 11, 2024
ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Ήταν το τελευταίο μιας σειράς μέτρων τα τελευταία χρόνια που σταδιακά διέβρωσαν την εκτελεστική εξουσία του Κρατικού Συμβουλίου, επικεφαλής του οποίου είναι ο κινέζος πρωθυπουργός Λι Τσιάνγκ και το οποίο στα χαρτιά επιβλέπει τα 21 υπουργεία της κινεζικής κυβέρνησης, καθώς και τις τοπικές κυβερνήσεις.
Νομικοί εμπειρογνώμονες λένε πως με την τροποποίηση του Οργανικού Νόμου του Κρατικού Συμβουλίου για πρώτη φορά από το 1982 συνεχίζεται η τάση της μεταβίβασης περισσότερης εξουσίας από το κράτος στα χέρια του Κόμματος, περιορίζοντας την κυβέρνηση στο να εφαρμόζει πιστά τις ντιρεκτίβες του Κόμματος.
Στα καινούρια άρθρα που προστέθηκαν, υπογραμμίζεται ότι το Κρατικό Συμβούλιο πρέπει «να στηρίζει αποφασιστικά την αρχή της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος και της κεντρικής και ενοποιημένης ηγεσίας του» και να ακολουθεί τη Σκέψη του Σι Τζινπίνγκ, όπως είναι η ονομασία που έχει δώσει το κόμμα στην ιδεολογία του προέδρου, η οποία εκτείνεται σε θέματα από τη διπλωματία μέχρι τον πολιτισμό.
«Είναι μια σημαντική στροφή στην αναδιοργάνωση της εκτελεστικής εξουσίας στην Κίνα», λέει ο Ράιαν Μίτσελ, καθηγητής Νομικής στο Κινεζικό Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ. «Ενώ εξακολουθεί να είναι σαφές ότι ο επικεφαλής του Κόμματος είναι το πρόσωπο με τη μεγαλύτερη επιρροή στο σύνολο της ιεραρχίας, η ακριβής κατανομή της εργασίας σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση της πολιτικής και ιδιαίτερα η επίβλεψη της εφαρμογής της πολιτικής είναι αδιαφανής».
Ο Λι Χονγκτζόνγκ, αντιπρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής του Εθνικού Λαϊκού Συνεδρίου, ανέφερε σε ομιλία του προς το κοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα ότι η αναθεώρηση έχει στόχο «να εμβαθύνει τη μεταρρύθμιση κομματικών και κρατικών θεσμών» και «την πλήρη εφαρμογή του Συντάγματος», το οποίο αναθεωρήθηκε το 2018 για να επαναβεβαιώσει την ηγεσία του Κόμματος σε όλα.
«Είναι άλλη μία ένδειξη ότι το Κόμμα αυξάνει τον απροκάλυπτο έλεγχό του επί των κρατικών οργάνων και θέλει παράλληλα να φαίνεται ότι ελέγχει τα πάντα», δήλωσε ο Τόμας Κέλογκ, καθηγητής στο πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν στην πρωτεύουσα Ουάσινγκτον.
«Η πολιτική κυριαρχεί και τόσο τα στελέχη του κόμματος όσο και οι γραφειοκράτες της κυβέρνησης πρέπει να προσέχουν πολύ τις υπαγορεύσεις του Κόμματος και τις ιδεολογικές ντιρεκτίβες ως οδηγό κλειδί στη λήψη αποφάσεων για καθημερινά ζητήματα», πρόσθεσε.
Η συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού, που δίνεται μετά τη σύνοδο του κοινοβουλίου και φέτος ακυρώθηκε, είναι παραδοσιακά ένα από τα γεγονότα που παρακολουθείται περισσότερο στο οικονομικό και πολιτικό ημερολόγιο του Πεκίνου.
Αφότου ανέλαβε την εξουσία το 2012, ο Σι εγκαθίδρυσε αρκετές νέες επιτροπές στην Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος που επιβλέπουν πολλά υπουργεία και αναφέρουν απ’ ευθείας στον ίδιο. Μερικές παρεισφρέουν ακόμη και στην οικονομική και χρηματοπιστωτική πολιτική, που παραδοσιακά έγκειται στην αρμοδιότητα του πρωθυπουργού.
Πέρυσι η Κίνα παρουσίασε μια σαρωτική αναδιοργάνωση της κυβέρνησης με την οποία δημιουργήθηκε μια νέα οντότητα του Κόμματος για να επιβλέπει μερικά υπουργεία. Λίγο μετά, το Κρατικό Συμβούλιο τροποποίησε επίσης τους κανόνες λειτουργίας του ώστε να ξεκαθαριστεί ότι η εξουσία της λήψης εκτελεστικών αποφάσεων ανήκει στο Κόμμα.
Μετά την υιοθέτηση των νέων κανόνων εργασίας, το Κρατικό Συμβούλιο δεν πραγματοποιεί πλέον εβδομαδιαίες συνεδριάσεις, αλλά συνδριάζει δύο ή τρεις φορές το μήνα.