Απάντηση σε δηλώσεις εκπροσώπων της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων για το δυστύχημα των Τεμπών, όπου μεταξύ άλλων, αναφέρεται ως «ατελέσφορη, απρόσφορη και ατυχής χρονικά η έκδοση εγκυκλίου της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, αλλά και ως μια επικοινωνιακού τύπου πρωτοβουλία που παρεμβαίνει στο έργο της τακτικής δικαιοσύνης», δίνει το διοικητικό συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος «προκύπτει με σαφήνεια η νομιμότητα και η ορθότητα της συγκεκριμένης παραγγελίας της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, η οποία σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί και δεν μπορεί να θεωρηθεί από οποιονδήποτε και δη από συλλειτουργούς της δικαιοσύνης ως παρέμβαση σε δικαστικούς λειτουργούς».
«Η ενέργεια της Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου αποτελεί νόμιμη και επιβαλλόμενη»
Παράλληλα τονίζουν ότι «δημόσιες απαξιωτικές, επικοινωνιακού τύπου δηλώσεις και ισχυρισμοί όπως οι παραπάνω, που αμφισβητούν νόμιμες και επιβαλλόμενες υπηρεσιακές ενέργειες λειτουργών της δικαιοσύνης, καταδεικνύουν ηθελημένη παράβλεψη ή μη συγγνωστή άγνοια του νόμου».
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος:
«Με αφορμή δημόσιες δηλώσεις εκπροσώπων της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων, σχετικές με την εκκρεμή “υπόθεση των Τεμπών”, στις οποίες, μεταξύ των άλλων, χαρακτηρίζεται ως «ατελέσφορη, απρόσφορη και ατυχής χρονικά η έκδοση εγκυκλίου της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, αλλά και ως μια επικοινωνιακού τύπου πρωτοβουλία που παρεμβαίνει στο έργο της τακτικής δικαιοσύνης», επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
Η ενέργεια της Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, να απευθυνθεί στην έχουσα, κατ’ άρθρο 32 παρ.1 ΚΠΔ, κατόπιν προηγούμενης παραγγελίας της ιδίας, την ανώτατη εποπτεία του ανακριτικού έργου επί της συγκεκριμένης υπόθεσης Εισαγγελέα Εφετών Λάρισας, παραγγέλνοντας να μεριμνήσει, ώστε να ερευνηθεί και να απαντηθεί, κάθε ισχυρισμός και καταγγελία, που προβάλλεται από συγγενείς θυμάτων και τους συνηγόρους τους, αποτελεί νόμιμη και επιβαλλόμενη στη συγκεκριμένη περίπτωση υπηρεσιακή ενέργεια, που προβλέπεται από τις διατάξεις του ΚΠΔ (άρθρο 32) και του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών – Ν. 4938/2022 (άρθρα 23 παρ. 1, στοιχ. γ ,2 και 28 παρ. 5) στις οποίες, πέραν των άλλων, προβλέπεται ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ασκεί εποπτεία στις εισαγγελίες όλης της χώρας, συνιστάμενη στην επίβλεψη και την έκδοση γενικών οδηγιών για την εύρυθμη λειτουργία των εισαγγελιών, μπορεί να απευθύνει παραγγελίες, γενικές οδηγίες και συστάσεις σχετικές με την άσκηση των καθηκόντων τους προς όλους τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας και σε υποθέσεις εξαιρετικής φύσης, όπως η συγκεκριμένη, μπορεί να διατάσσει την διεξαγωγή της ανάκρισης και την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο κατ’ απόλυτη προτεραιότητα.
Από τις παραπάνω διατάξεις σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης εξαιρετικής φύσης υπόθεσης, προκύπτει με σαφήνεια η νομιμότητα και η ορθότητα της συγκεκριμένης παραγγελίας της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, η οποία σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί και δεν μπορεί να θεωρηθεί από οποιονδήποτε και δη από συλλειτουργούς της δικαιοσύνης ως παρέμβαση σε δικαστικούς λειτουργούς.
Δημόσιες απαξιωτικές, επικοινωνιακού τύπου δηλώσεις και ισχυρισμοί όπως οι παραπάνω, που αμφισβητούν νόμιμες και επιβαλλόμενες υπηρεσιακές ενέργειες λειτουργών της δικαιοσύνης, καταδεικνύουν ηθελημένη παράβλεψη ή μη συγγνωστή άγνοια του νόμου, της δομής των εισαγγελιών και του τρόπου λειτουργίας της εισαγγελικής αρχής και που αποβλέπουν προφανώς στην προβολή και τη δημιουργία εντυπώσεων, δεν ωφελούν ουσιαστικά και πρέπει να εκλείψουν.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος».