Μετά τις προειδοποιήσεις της Bundesbank ότι η γερμανική οικονομία μπορεί να βρίσκεται ήδη σε ύφεση, και την επί τα χείρω αναθεώρηση των εκτιμήσεων από πολλούς αναλυτές, κυβέρνηση του Βερολίνου χαμηλώνει τον πήχη για την ανάπτυξη. Και μέσα στις δυσοίωνες αυτές προβλέψεις οι υπουργοί μαλώνουν για το πώς θα εκκινήσουν την ανάπτυξη σε μια χώρα που εξακολουθεί να επιβαρύνεται από τα υψηλά επιτόκια και τις αυξημένες τιμές της ενέργειας.
«Η κατάσταση είναι εξαιρετικά προκλητική», δήλωσε ο Ρόμπερτ Χάμπεκ, υπουργός Οικονομίας, προβλέποντας ότι το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της χώρας θα αυξηθεί μόλις κατά 0,2% αρκετά χαμηλότερα από την προηγούμενη πρόβλεψη για 1,3%.
Η ύφεση «χτύπησε» τη γερμανική οικονομία
Τόνισε επίσης, ότι η οικονομία της Γερμανίας υποφέρει από ύφεση του παγκόσμιου εμπορίου, υψηλό πληθωρισμό που είχε καταστείλει τη ζήτηση των καταναλωτών και αυξημένα επιτόκια που περιόρισαν την επενδυτική δραστηριότητα, ειδικά στις κατασκευές. Η Γερμανία έπρεπε να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις για να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της χώρας «σε ένα εντελώς αλλαγμένο παγκόσμιο περιβάλλον», είπε.
Αλλά οι εταίροι στον συνασπισμό του Γερμανού Καγκελαρίου Όλαφ Σολτς — Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι και Φιλελεύθεροι — έχουν απόψεις σχετικά με την οικονομική πολιτική που είναι σχεδόν εκ διαμέτρου αντίθετες, οδηγώντας σε ευρεία σύγχυση ως προς το πού οδεύει η Γερμανία.
Τι αναφέρουν οι αναλυτές
«Εάν δεν έχετε σχέδιο για το πώς θα είναι η γερμανική οικονομία σε 5-10 χρόνια, δεν μπορείτε να παραπονεθείτε όταν εταιρείες και νοικοκυριά αισθάνονται ανασφαλείς και δεν επενδύουν και έχουν χάσει την πίστη τους στο μέλλον», σχολιάζει ο Moritz Schularick, επικεφαλής του Ινστιτούτου του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία.
Οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι θα ήθελαν να μεταρρυθμίσουν το «φρένο χρέους» , το συνταγματικό περιορισμό του νέου δανεισμού της Γερμανίας, το οποίο ανεστάλη κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19 και στην αρχή του πολέμου στην Ουκρανία, για να επιτρέψει περισσότερες δημόσιες επενδύσεις.
Τα «γεράκια» και οι «πράσινοι»
Ο «πράσινος» Χάμπεκ πρότεινε επίσης ένα μεγάλο επενδυτικό ταμείο χρηματοδοτούμενο από χρέος που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την παροχή φορολογικών πιστώσεων και άλλα κίνητρα σε εταιρείες που επενδύουν στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Ωστόσο, ο Κριστιάν Λίντνερ, υπουργός Οικονομικών και ηγέτης του μικρότερου κόμματος στον συνασπισμό του Σολτς, των «γερακιών» Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), απορρίπτει οποιεσδήποτε αλλαγές στο φρένο χρέους και αντ’ αυτού θέλει να δει μεγάλες φορολογικές περικοπές και μια ευρεία μεταρρύθμιση της φορολογίας των επιχειρήσεων — προτάσεις που αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό από το SPD και τους Πράσινους.
Όπως επισημαίνουν οι Financial Times, τις τελευταίες ημέρες, το FDP ζήτησε την κατάργηση της «επιβάρυνσης αλληλεγγύης», η οποία προστίθεται στους λογαριασμούς φόρου εισοδήματος για να βοηθήσει στη χρηματοδότηση της αναδιάρθρωσης της ανατολικής Γερμανίας και, μετά από μια σειρά περικοπών, εφαρμόζεται πλέον σε μεγάλο βαθμό σε εταιρείες και όχι σε ιδιώτες.
Αλλά κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε μια τρύπα 10-12 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό, κάτι που θα απαιτούσε τεράστια εξοικονόμηση πόρων αλλού.
Ο Clemens Fuest, επικεφαλής του Ινστιτούτου Ifo, μιας κορυφαίας δεξαμενής σκέψης, είπε ότι οι διαφωνίες των κομμάτων του συνασπισμού σχετικά με την οικονομική πολιτική αυξάνουν την πολιτική ανασφάλεια σε επίπεδα συγκρίσιμα με το Ηνωμένο Βασίλειο κατά τη διάρκεια του Brexit.
«Απλώς δεν ξέρουμε πώς θα αντιδράσει η κυβέρνηση στην κατάσταση, επειδή οι ιδέες τους είναι τόσο διαφορετικές», πρόσθεσε. «Και αυτό απλώς εντείνει την αβεβαιότητα».
Η συνταγματική «βόμβα»
Το περιθώριο ελιγμών της κυβέρνησης περιορίστηκε απότομα από μια απόφαση-βόμβα του συνταγματικού δικαστηρίου της Γερμανίας τον Νοέμβριο που κατέρριψε τη χρήση κεφαλαίων εκτός προϋπολογισμού από τους υπουργούς, δημιουργώντας μια τεράστια τρύπα στα δημόσια οικονομικά της χώρας.
Επιπλέον, ένα πακέτο φορολογικών ελαφρύνσεων ύψους 7 δισ. ευρώ για τις εταιρείες, το οποίο θα εισαγάγει φορολογική ελάφρυνση για επενδύσεις και κίνητρα για έρευνα και ανάπτυξη, μπλοκαρίστηκε από το αντιπολιτευόμενο CDU στην Άνω Βουλή του γερμανικού κοινοβουλίου. Μπορεί να επιβιώσει, αλλά σε έντονα μειωμένη μορφή.
Ο Λίντνερ υποστήριξε ότι η κυβέρνηση πρέπει να αντιμετωπίσει τη χρόνια έλλειψη δεξιοτήτων στη Γερμανία, την οποία περιέγραψε ως «φρένο στην ανάπτυξη», να μειώσει τη γραφειοκρατική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις, που αυτή τη στιγμή είναι «σε υψηλό όλων των εποχών» και «να κάνει το φορολογικό σύστημα πιο ανταγωνιστικό. “.
Ωστόσο, μιλώντας σε βουλευτές, απέρριψε την ιδέα του Χάμπεκ για ένα μεγάλο επενδυτικό ταμείο, λέγοντας ότι θα απαιτούσε πλειοψηφία δύο τρίτων στην Bundestag για να δημιουργηθεί – κάτι που είναι αδύνατον δεδομένου ότι το CDU θα καταψηφίσει.
«Θα πρέπει να επικεντρωθούμε σε άλλα εργαλεία», τόνισε, αναφέροντας τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, τη μείωση της γραφειοκρατίας, τη φορολογική μεταρρύθμιση και τις κινήσεις για κινητοποίηση ιδιωτικού κεφαλαίου για επενδύσεις. «Πρόκειται για μέτρα από την πλευρά της προσφοράς που θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά μας με βιώσιμο τρόπο», είπε.
Ο Χάμπεκ αναγνώρισε ότι οι διαπληκτισμοί στην κυβέρνηση είχαν συμβάλει στην πολιτική αβεβαιότητα.
Πηγή: ot.gr