Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση και το δυσθεώρητο κόστος στις τιμές των καυσίμων, αποτέλεσαν το κυρίαρχο αφήγημα στην Ευρώπη.
Ωστόσο, η βουτιά στις τιμές του φυσικού αερίου, και η αποκλιμάκωση των τιμών του πετρελαίου από τα τριψήφια νούμερα, σε συνδυασμό με τα υψηλά ποσοστά αποθήκευσης στην Ευρώπη άμβλυναν τις ανησυχίες. Η αισιοδοξία ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο από τον ήπιο χειμώνα και τις εναλλακτικές οδούς προμήθειας καυσίμων. Αυτός ο χειμώνας αποδείχθηκε ο δεύτερος θερμότερος της τελευταίας δεκαετίας και οι ευρωπαϊκές τιμές του φυσικού αερίου που μειώθηκαν κατά 37% από τον Νοέμβριο, επέτρεψαν στην Ευρώπη να δημιουργήσει ένα αρκετά μεγάλο απόθεμα καυσίμων.
Ωστόσο, αρκετοί, μεταξύ των οποίων και η Goldman Sachs δεν είναι πεπεισμένοι ότι η εικόνα στην Ευρώπη έχει ξεκαθαρίσει.
«Ενώ η πτώση της τιμής του φυσικού αερίου μπορεί να αφήνει την εντύπωση ότι η Ευρώπη έχει λύσει την ενεργειακή της κρίση, πιστεύουμε ότι η κρίση δεν έχει τελειώσει ακόμη και έχουμε έναν ακόμη χειμώνα να περάσουμε προτού απαλείψουμε πλήρως τον κίνδυνο επανεμφάνισης των ακραίων τιμών του φυσικού αερίου» έγραψαν στρατηγικοί αναλυτές της επενδυτικής τράπεζας σε πρόσφατο σημείωμά τους.
Κατά την άποψή τους, οι βελτιώσεις στον βραχυπρόθεσμο εφοδιασμό LNG δεν έχουν επιλύσει το διαρθρωτικό έλλειμμα και τις απώλειες εισαγωγών από τη Ρωσία. Οι τιμές με τη σειρά τους παραμένουν ευάλωτες σε διακοπές προσφοράς ή διακυμάνσεις της ζήτησης.
Με το βλέμμα στον… καιρό
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι το ευρωπαϊκό αέριο «έχει ακόμη έναν χειμώνα μπροστά», δεδομένου ότι ο κρύος καιρός μπορεί να προκαλέσει αύξηση της ζήτησης, η οποία θα με τη σειρά της μπορεί να εξαντλήσει τα αποθέματα και να ωθήσει τις τιμές υψηλότερα.
Η θέρμανση που εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες, σημειώνουν, καλύπτει περισσότερο από το 60% της ζήτησης των καταναλωτών.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, ένας χειμώνας που είναι πιο κρύος κατά μία τυπική απόκλιση – περίπου 1° C κάτω από τον μέσο όρο – θα μπορούσε να αυξήσει τη ζήτηση κατά περίπου 12% της χωρητικότητας αποθήκευσης.
Η Goldman Sachs υπογραμμίζει ότι η αποθήκευση είναι πάνω από τα εποχιακά πρότυπα, γεγονός που παρέχει μια άνεση ενόψει του καλοκαιριού, ωστόσο το στοίχημα του επόμενου χειμώνα δεν έχει ακόμα κριθεί.
«Η Ευρώπη όχι μόνο απέτυχε να αντισταθμίσει πλήρως το περίπου 20% της χαμένης προσφοράς που δεν λαμβάνει πλέον από τη Ρωσία, αλλά παράλληλα πολλές από τις πρόσφατες μειώσεις στις τιμές του LNG προέρχονται από την καταστροφή της ζήτησης και όχι από την πρόσθετη προσφορά» εκτιμούν οι αναλυτές της Goldman Sachs.
Προβλέπουν ωστόσο, ότι μεσοπρόθεσμα, νέα έργα εξαγωγής LNG θα μπορούσαν να κυκλοφορήσουν το 2025, γεγονός που θα οδηγήσει σε αύξηση της παγκόσμιας προσφοράς LNG και θα αρχίσει να οδηγεί τις αγορές σε υπερπροσφορά.
«Με σημαντικά περισσότερο διαθέσιμο LNG, η Ευρώπη δεν θα χρειάζεται πλέον να παραγκωνίζει τους ευαίσθητους ως προς τις τιμές αγοραστές στον υπόλοιπο κόσμο για να εγγυηθεί επαρκείς εισαγωγές και θα είναι σε θέση να καλύψει την αυξητική εγχώρια ζήτηση, οδηγώντας σε σταθερά χαμηλότερες τιμές LNG και ευρωπαϊκού αερίου» τονίζουν. Εάν αυτό συμβεί, ο χειμώνας 2025-2026 θα καταγράψει ένα «άνετο σκηνικό εφοδιασμού».
Η επίλυση της ενεργειακής κρίσης
Η Ευρώπη εξακολουθεί να εξαρτάται από τις εισαγωγές αργού πετρελαίου, φυσικού αερίου και διυλισμένων προϊόντων (ιδίως ντίζελ) για τις ενεργειακές της ανάγκες.
«Μέσα από έναν συνδυασμό στρατηγικών διαφοροποίησης της προσφοράς – να βασίζεται δηλαδή λιγότερο στα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και να ελαχιστοποιεί περαιτέρω διακοπές στο μέλλον – και την καταστροφή της ζήτησης, η Ευρώπη κράτησε πολύ συγκρατημένες τις τιμές του φυσικού αερίου», εξήγησε ο κ. Πανίτσας.
Το φυσικό αέριο ήταν ο πόρος που επηρεάστηκε περισσότερο και είναι κρίσιμος τόσο στον οικιακό όσο και στον βιομηχανικό τομέα. Οι τιμές του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) κορυφώθηκαν τον Αύγουστο του 2022, με υψηλά ρεκόρ 236 €/MWh. Ωστόσο, ο Ιανουάριος του 2024 είδε τιμές κατά μέσο όρο 30 €/MWh, πλησιάζοντας τη μέση τιμή των 18 €/MWh που παρατηρήθηκε μεταξύ 2015 και 2019.
Ωστόσο, ο αναλυτής της GlobalData, Ravindra Puranik προειδοποιεί ότι η ενεργειακή κρίση θα μπορούσε να επαναληφθεί : «Υπάρχει πιθανότητα η κρίση να επανεμφανιστεί ξανά το 2024 εάν ο χειμώνας αποδειχθεί βαρύς και οι προμηθευτές της Ευρώπης επηρεαστούν από γεωπολιτικές εντάσεις ή άλλα ζητήματα».
Δυνατότητα μελλοντικών κρίσεων
Η ευαίσθητη ισορροπία προσφοράς και ζήτησης μπορεί να ανατραπεί από απροσδόκητα κρύο καιρό (δημιουργώντας μια απότομη αύξηση στη ζήτηση) ή από ξαφνικές μειώσεις στη διαθεσιμότητα προσφοράς που προκαλούνται από γεωπολιτικές εντάσεις στις περιοχές προσφοράς.
«Όντας σε μεγάλο βαθμό εξαρτώμενη από τις εισαγωγές, η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης βρίσκεται στο έλεος άλλων αγορών που μπορεί να αποδειχθούν ή να μην είναι αξιόπιστοι εταίροι εφοδιασμού», λέει ο Puranik, εξηγώντας πώς άλλες περιοχές θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια ευρωπαϊκή κρίση.
«Ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή είναι μια πραγματική απειλή για να παρακολουθήσουμε στενά καθώς μια πιθανή κλιμάκωση της σύγκρουσης θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέες αναταραχές –όχι μέσω φυσικού αερίου– αλλά του πετρελαίου αυτή τη φορά», λέει ο Πανίτσας.
«Ένα άλλο παράδειγμα είναι η κυριαρχία της Κίνας στην Ευρώπη σε ορυκτά σπάνιων γαιών και ηλιακή ενέργεια – και τα δύο κρίσιμα για την ανάπτυξη πράσινων εναλλακτικών λύσεων. Τα νέα εμπορικά εμπόδια ή οι πόλεμοι μεταξύ των δύο περιοχών που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες τακτικές προστατευτισμού από κάθε πλευρά θα μπορούσαν να εμποδίσουν τις προσπάθειες πράσινης μετάβασης της Ευρώπης στο μέλλον, παρατείνοντας έτσι την περίοδο που βασίζεται κυρίως στα ορυκτά καύσιμα για να καλύψει τις ενεργειακές της ανάγκες».
Επιστρέφει το γεωπολιτικό premium κινδύνου
Μία άλλη παράμετρος που προκαλεί ανησυχίες για την ενεργειακή επάρκεια της Ευρώπης είναι η κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα, με τις συνεχιζόμενες επιθέσεις των Χούθι, οι οποίες διακόπτουν μια από τις βασικές εμπορικές αρτηρίες του κόσμου, δημιουργώντας ένα ακόμα σημείο ασφυξίας για τις αποστολές ενέργειας με κατεύθυνση την Ευρώπη.
Τα δεξαμενόπλοια που μεταφέρουν υγροποιημένο φυσικό αέριο – το οποίο υπερψύχεται για να ταξιδεύει με πλοίο αντί με αγωγό – διέρχονται τακτικά από την Ερυθρά Θάλασσα και αρκετές αποστολές προς την Ιταλία έχουν ήδη ακυρωθεί.
Οι ανησυχίες για την ασφάλεια οδήγησαν τη ναυτιλία και ορισμένες εταιρείες ενέργειας να επαναδρομολογήσουν τα πλοία γύρω από το νότιο άκρο της Αφρικής αντί μέσω της Διώρυγας του Σουέζ στο βόρειο άκρο της Ερυθράς Θάλασσας. Αυτό επιμηκύνει το ταξίδι προς την Ευρώπη από προμηθευτές στη Μέση Ανατολή, όπως το Κατάρ, κατά μία εβδομάδα ή περισσότερο και αυξάνει το κόστος.
Περίπου το 70% των αποστολών LNG από το Κατάρ που κατευθύνονταν προς τον κύριο τερματικό σταθμό της Ιταλίας στην Αδριατική Θάλασσα ακυρώθηκαν τον Ιανουάριο. Πέρυσι, το Κατάρ προμήθευε το 40% του LNG της Ιταλίας.
Πέρυσι, το 12,9% του LNG της Ευρώπης διήλθε μέσω της Ερυθράς Θάλασσας από προμηθευτές στη Μέση Ανατολή, κυρίως στο Κατάρ. Αυτό σημαίνει ότι «ένα εκτεταμένο κλείσιμο της διαδρομής της Ερυθράς Θάλασσας από τη Μέση Ανατολή ενέχει κίνδυνο εφοδιασμού για την Ευρώπη», δήλωσε ο Kaushal Ramesh, αντιπρόεδρος της Rystad Energy.
Εν τω μεταξύ, το φυσικό αέριο του αγωγού εξακολουθεί να ρέει από τη Νορβηγία και το Αζερμπαϊτζάν, και η Ευρώπη αγοράζει λίγο LNG από τη Ρωσία παρά τις κυρώσεις.
Αισιοδοξία
Από την πλευρά της η Simone Tagliapietra, ενεργειακή αναλύτρια στο think tank Bruegel στις Βρυξέλλες, εκτιμά ότι η αγορά φυσικού αερίου της Ευρώπης είναι «καλά εφοδιασμένη». Η άφθονη αποθήκευση σημαίνει «ένα πολύ καλό buffer» έναντι τυχόν διακοπών ή καθυστερήσεων στις αποστολές αερίου.
Υπάρχουν φόβοι ότι ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς θα μπορούσε να εξαπλωθεί σε άλλες χώρες της περιοχής, ιδιαίτερα στο Ιράν, και να οδηγήσει σε διακοπή της ναυτιλίας μέσω του Στενού του Ορμούζ στο τέλος του Περσικού Κόλπου.
Αυτή είναι μια βασική διαδρομή όχι μόνο για το LNG αλλά και για το πετρέλαιο. Μέχρι στιγμής, το Ιράν και οι ΗΠΑ, ο βασικός σύμμαχος του Ισραήλ, έχουν δηλώσει ότι θέλουν να αποφύγουν έναν ευρύτερο πόλεμο. Αλλά η εισβολή στην Ουκρανία έδειξε ότι στην άστατη κατάσταση του κόσμου, μπορεί να συμβούν απροσδόκητα πράγματα.
«Υπάρχει πάντα ένα «αλλά», είπε η Tagliapietra. «Ο κίνδυνος είναι μια κλιμάκωση που επηρεάζει τα στενά του Ορμούζ».
Και μετά τι;
Ο Κωνσταντίνος Πανίτσας, οικονομολόγος στο think tank The Conference Board Europe εκτιμά ότι με τα επίπεδα αποθήκευσης φυσικού αερίου να βρίσκονται σε πάνω από 70% σε όλη την Ευρώπη, ο ενεργειακός εφοδιασμός της περιοχής είναι και πάλι «ασφαλής και σταθερός».
«Η ενεργειακή κρίση που βίωσε η Ευρώπη στον απόηχο του πολέμου στην Ουκρανία έχει τελειώσει», λέει στο Energy Monitor . Ωστόσο, η εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές θέτει την περιοχή σε κίνδυνο μελλοντικής γεωπολιτικής αναστάτωσης – ένα σημείο που τέθηκε στο επίκεντρο των πρόσφατων επιθέσεων των Χούτι σε πετρελαιοφόρα στην Ερυθρά Θάλασσα .
Πηγή ΟΤ