Σε αυστηροποίηση του τρόπου με τον οποίο παρακολουθεί τα στοιχεία ρευστότητας των τραπεζών αναμένεται να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μετά τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν στον κλάδο σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ελβετία, τα οποία ενίσχυσαν τις ανησυχίες.
Σύμφωνα με το Bloomberg, το οποίο επικαλείται πηγές οι οποίες δεν κατονομάζονται καθώς οι συζητήσει είναι ιδιωτικές, η ΕΚΤ μελετά το ενδεχόμενο να ζητά από τους δανειστές να αναφέρουν τα στοιχεία για τα αποθέματα ρευστότητάς τους σε εβδομαδιαία βάση, αναλύοντας τη χρηματοδότηση κατά διάρκεια και τύπο πελάτη.
Οι ίδιες πηγές επεσήμαναν, ότι πολλές τράπεζες και οι ρυθμιστικές αρχές τους αιφνιδιάστηκαν όταν πελάτες της Credit Suisse και της Silicon Valley Bank απέσυραν γρήγορα τις καταθέσεις, κι αυτό αναγκάζει την ΕΚΤ να εξετάσει το ενδεχόμενο εφαρμογής πιο προσεκτικού ελέγχου. Πρόσθεσαν επίσης, ότι η κίνηση αυτή αντανακλά την ανάγκη για περισσότερη πληροφόρηση στον κλάδο.
Η διάσωση της Credit Suisse τον περασμένο Μάρτιο και η κατάρρευση των αμερικανικών τραπεζών, όπως η Silicon Valley, έχει θέσει υπό αμφισβήτηση το πόσο καλά προετοιμασμένες είναι οι τράπεζες για να αντέξουν τις εκροές κεφαλαίων. Η αποκαλούμενη «προσκόλληση» των καταθέσεων -πόσο οι πελάτες παραμένουν στην τράπεζά τους σε προβληματικές περιόδους ή παρά τα υψηλότερα επιτόκια- επανεξετάζεται σε μια εποχή όπου τα μετρητά μπορούν να μεταφερθούν μέσω μιας εφαρμογής σε δευτερόλεπτα, αντί για τον σχηματισμό ουρών σε ένα φυσικό κατάστημα.
Οι κίνδυνοι ρευστότητας
Οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές αμφισβητούν τώρα εάν έχουν δώσει αρκετή προσοχή στους κινδύνους ρευστότητας και εντείνουν την εποπτεία σε μια προσπάθεια να καλύψουν τα κενά που παρατηρούνται σε όσα γνωρίζουν για τις τράπεζες στη δικαιοδοσία τους.
Αν και η ΕΚΤ άρχισε να πιέζει τις τράπεζες να εξετάσουν πιο προσεκτικά τη ρευστότητα στα τέλη του 2021, καθώς ο υψηλότερος πληθωρισμός έδειξε αύξηση του κόστους χρηματοδότησης, αρκετοί ανώτεροι αξιωματούχοι είπαν στο Bloomberg News ότι δεν έχουν ακόμη πλήρη εικόνα.
«Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών τόνισε πρόσφατα την ανάγκη οι εποπτικές αρχές να συλλέγουν πρόσθετες και πιο συχνές πληροφορίες ρευστότητας από τις τράπεζες», δήλωσε εκπρόσωπος της ΕΚΤ σε απάντηση στο Bloomberg. «Ενώ οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ απολαμβάνουν άνετες θέσεις ρευστότητας, η ΕΚΤ αξιολογεί τώρα πώς θα δώσει συνέχεια».
Το «μάθημα» από την Credit Suisse
Η εστίαση της ΕΚΤ στη λήξη και τον τύπο του πελάτη προέρχεται από τα γεγονότα στις Credit Suisse και SVB που έδειξαν ότι οι μεγάλες ανασφάλιστες καταθέσεις μίας ημέρας είναι ιδιαίτερα ευμετάβλητες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι ανασφάλιστοι καταθέτες είναι πολύ πιο πιθανό να χάσουν τα χρήματά τους σε μια κατάρρευση τράπεζας από τους ασφαλισμένους, δημιουργώντας μια μεγαλύτερη τάση για αποχώρηση ακόμη και αν η ανησυχία δεν δικαιολογεί μια τέτοια κίνηση.
Οι πηγές που επικαλείται το Bloomberg, τόνισαν ότι η ΕΚΤ μπορεί να αρχίσει αργότερα φέτος να ζητά τα στοιχεία από τους δανειστές σε εβδομαδιαία βάση, αν και δεν έχει ακόμη αποφασίσει επίσημα για το σχέδιο.
Επίσης, η ΕΚΤ αναμένεται να αποφασίσει εάν θα υποβάλει ορισμένες τράπεζες σε υψηλότερες απαιτήσεις ρευστότητας. Αρκετές ανώτερες ρυθμιστικές αρχές έχουν ζητήσει δημόσια να αυξηθεί ο πήχης για τον λεγόμενο δείκτη κάλυψης ρευστότητας σε υπερβολικά εκτεθειμένα πιστωτικά ιδρύματα.
Η ΕΚΤ είπε ότι η ρευστότητα θα είναι το επίκεντρο της ετήσιας ανασκόπησης των κινδύνων που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες και ότι οι υψηλότερες απαιτήσεις για το LCR αποτελούν επιλογή.
Το LCR μετρά τα υψηλής ποιότητας ρευστά περιουσιακά στοιχεία ενός δανειστή ως μερίδιο των εκροών που θα περίμενε να δει πάνω από 30 ημέρες πίεσης. Όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες υποχρεούνται να διατηρήσουν αυτόν τον δείκτη πάνω από το 100% και οι μεγαλύτεροι δανειστές τείνουν να δημοσιεύουν τα στοιχεία τους σε τριμηνιαία βάση.
Αν και οι σκέψεις βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο, οι ρυθμιστικές αρχές εξετάζουν επίσης τον βαθμό στον οποίο μπορούν να περιορίσουν την εξάρτηση των δανειστών σε ορισμένες πηγές χρηματοδότησης που θεωρούνται ασταθείς, ανέφεραν οι πηγές.
Ανησυχίες
Προ ημερών ο Τομ Ντεσάν, μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, υπογράμμισε ότι θα πρέπει να εφαρμοστούν πιο αυστηρά πρότυπα αναφορικά με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις στις ευρωπαϊκές τράπεζες, οι οποίες στηρίζονται στις καταθέσεις που προέρχονται από πλατφόρμες τρίτων μερών.
«Όταν βλέπω τράπεζες να βασίζονται στις καταθέσεις μέσω τρίτων μερών, ανησυχώ πραγματικά», δήλωσε ο Ντεσάν κατά τη διάρκεια συνέντευξής του από τις Βρυξέλλες. «Δεν μπορώ να σκεφτώ καταθέσεις που να τις διακρίνει περισσότερη μεταβλητότητα από αυτές».
Ο Ντεσάν ανέφερε το παράδειγμα της γερμανικής fintech Raisin με έδρα το Βερολίνο, η οποία έχει σχεδόν διπλασιάσει τα χρήματα που διαχειρίζεται μέσα σε ένα χρόνο, ως απόδειξη ότι ορισμένες τράπεζες προσελκύουν περισσότερες καταθέσεις με αυτόν τον τρόπο.
«Θα πρέπει να διαφοροποιήσουμε τις απαιτήσεις για τον δείκτη κάλυψης ρευστότητας για αυτές τις τράπεζες περισσότερο από ό,τι κάνουμε σήμερα», επισημαίνει ο Ντεσάν.
Ενώ ορισμένες μικρές τράπεζες στις ΗΠΑ αντλούν από 10% έως 30% της χρηματοδότησής τους μέσω των καταθέσεων με διαμεσολάβηση σύμφωνα με τα αρχεία των ρυθμιστικών αρχών, υπάρχουν ελάχιστα συγκρίσιμα δημόσια στοιχεία διαθέσιμα για την Ευρώπη. Τα 40 δισ. ευρώ σε περιουσιακά στοιχεία που έχει υπό διαχείριση η Raisin είναι σταγόνα τον ωκεανό εν συγκρίσει με τις καταθέσεις ιδιωτών και επιχειρήσεων στην ευρωζώνη που ξεπερνούν τα 12 τρισ. ευρώ.