Βία, εθισμός και αυτοκτονίες ταλανίζουν τους νέους του Καναδά, ένα φαινόμενο που συνδέεται με την υποβάθμιση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας.
Στους δρόμους και στον υπόγειο σιδηρόδρομο του Τορόντο, της μεγαλύτερης πόλης του Καναδά και μιας υπερσύγχρονης μητρόπολης–παράθυρο στην οικονομία και τον πολιτισμό της χώρας—μπορεί κάποιος να δει πολλούς νέους ανθρώπους να κυκλοφορούν με απλανές βλέμμα μιλώντας ακατάληπτα.
Οι σελίδες των εφημερίδων βρίθουν από ειδήσεις για απρόκλητες επιθέσεις σε ξένους, για υπερβολικές δόσεις οπιοειδών και για άλλα κοινωνικά δεινά που συνδέονται με τον εθισμό και με προβλήματα ψυχικής υγείας.
Αυτό το φαινόμενο ήταν έντονο στις μεγαλουπόλεις των ΗΠΑ προτού μεταφερθεί βορείως του συνόρου.
Η επί δεκαετίες υποχρηματοδότηση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας στον Καναδά έχει οδηγήσει πολλούς νέους σε αδιέξοδο στον απόηχο της πανδημίας, κάποιες φορές μάλιστα με μοιραίες συνέπειες.
«Ο αριθμός των νέων ανθρώπων με προβλήματα εθισμού και ψυχικής υγείας σε όλο τον Καναδά αυξάνεται εκθετικά εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία», λέει ο Μπζάγκ Μπόργκαντβαγκ, ένας γιατρός στο τμήμα επειγόντων περιστατικών στο νοσοκομείο του Τορόντο Mount Sinai.
«Προσπαθούμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε, αλλά είναι πολύ λίγα αυτά που μπορούμε να προσφέρουμε», συμπληρώνει.
Στο Τορόντο, η κατάσταση έχει φθάσει σε επίπεδο κρίσης σε τέτοιο βαθμό μάλιστα ώστε ο πρώην δήμαρχος Τζον Τόρι να κάνει έκκληση για τη διοργάνωση εθνικής συνόδου για την ψυχική υγεία.
Φρικτό σφάλμα
«Παραδοσιακά, υποχρηματοδοτούσαμε την ψυχική υγεία», λέει ο Ντέιβιντ Γκρέιτζερ του Κέντρου για τον Εθισμό και την Ψυχική Υγεία στο Τορόντο.
«Στον Καναδά για κάθε δολάριο που δαπανούμε για την υγειονομική φροντίδα, δαπανούμε επτά ή οκτώ σεντς για την φροντίδα της ψυχικής υγείας», το οποίο είναι πολύ λιγότερο σε σχέση με τις περισσότερες άλλες ανεπτυγμένες χώρες, επισημαίνει.
Ο Καναδάς έκανε ένα φρικτό σφάλμα τα χρόνια του 60 και του 70 καταργώντας πολλές νοσοκομειακές κλίνες για τους πάσχοντες από ψυχικά νοσήματα, εξηγεί ο ίδιος ο οποίος είναι και ψυχίατρος.
Το 2022 η ζήτηση για ψυχολογικές υπηρεσίες στο Οντάριο αυξήθηκε κατά 50% με περισσότερους από έναν στους δύο νέους να αντιμετωπίζουν κάποιο ψυχικό νόσημα.
Οι φιλανθρωπικές οργανώσεις έχουν προσπαθήσει να γεμίσουν το κενό από τις ελλείψεις των δημόσιων υπηρεσιών ψυχικής υγείας, αλλά δεν τα έχουν καταφέρει εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των ατόμων με ψυχικά προβλήματα.
«Είναι μια ωρολογιακή βόμβα», λέει ο Ζακ Σαρλάντ της γραμμής βοηθείας του Κεμπέκ Ecoute Entraide.
Λίστες αναμονής
«Πρόκειται για κρίση γιατί αφορά κάθε κοινωνικό στρώμα. Στους νέους ο αριθμός των πασχόντων είναι πολύ ανησυχητικός», προσθέτει η Ντζίνγκα Γουόκερ, εκτελεστική διευθύντρια του Stella’s Place.
Ο χώρος αυτός απέχει μερικά τετράγωνα από την Τσάιναταουν του Τορόντο και προσφέρει δωρεάν ψυχολογική στήριξη σε άτομα 16 ως 29 ετών που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
«Δεν είναι διαθέσιμες οι υπηρεσίες. Σχεδόν όπου και αν αναζητήσεις βοήθεια υπάρχει λίστα αναμονής και όταν κάποιος έχει ανάγκη σε θέμα ψυχικής υγείας ή βρίσκεται σε κρίση ψυχικής υγείας, το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε να συμβεί είναι να μπει σε λίστα αναμονής», προσθέτει η Γουόκερ.
Το Stella’s Place άνοιξε το 2013 και πρόσφατα μεταφέρθηκε σε νέες εγκαταστάσεις, όπου οι νέοι μπορούν να έχουν πρόσβαση σε συμβουλευτικές υπηρεσίες, σε ομαδικά προγράμματα και σε ψυχιατρικές υπηρεσίες.
Η Κατ Ρομέρο με τα μακριά μαλλιά της με μπλε ανταύγειες λέει ότι ο χώρος αυτός της άλλαξε τη ζωή.
«Ένιωθα χαμένη και με δίδαξε ένα σωρό διαφορετικούς μηχανισμούς αντιμετώπισης της κρίσης αλλά και να διατηρώ την καθημερινή καλή ψυχική μου υγεία», λέει έχοντας δίπλα της τον σκύλο συμπαραστάτη της.
Σήμερα η Ρομέρο εργάζεται στο κέντρο στα νέα προγράμματα.
Το κέντρο εκπαιδεύει ακόμη νέους ανθρώπους για να απευθύνονται σε συγκεκριμένες κοινότητες όπου η ψυχική υγεία είναι στιγματισμένη.
«Αν προέρχεσαι από οικογένειες μεταναστών και έχεις μόλις έρθει στον Καναδά είναι πραγματικά δύσκολο. Σου λένε να μην αναζητήσεις βοήθεια και ότι θα πρέπει να είσαι δυνατός και ό,τι σου συμβαίνει είναι φυσιολογικό. Εμείς οι μαύροι νομίζω ότι δεν έχουμε πρόσβαση σε πολλές πηγές», εκμυστηρεύεται η Σαντέλ Κρούζατ-Γουέρβιν, μια πελάτισσα του Stella’s Place.