Τεράστια παραμένει η απόκλιση των στοιχείων των ανέργων που κατέγραψαν για το μήνα Ιούλιο η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία και η Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης ΔΥΠΑ (τέως ΟΑΕΔ). Και οι δύο υπηρεσίας καταγράφουν αποκλιμάκωση του προβλήματος, ωστόσο η μεταξύ τους διαφορά είναι δυσθεώρητη, καθώς η ΕΛΣΤΑΤ «μετράει» 512.721 ανέργους και η ΔΥΠΑ 905.444 εγγεγραμμένους στα μητρώα της. Η μεταξύ τους απόκλιση αγγίζει τις 393.723 άτομα, δηλαδή η ΔΥΠΑ καταγράφει ποσοστό ανέργων υψηλότερο κατά 76,5% από αυτό της ΕΛΣΤΑΤ.
Κατά το μήνα Ιούλιο το ποσοστό της ανεργίας υποχώρησε στο 10,8%, έναντι του αναθεωρημένου προς τα κάτω 12,5% τον Ιούλιο του 2022. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2023, υπήρξε οριακή μείωση του ποσοστού της ανεργίας κατά 0,2%. Ο αριθμός των ανέργων διαμορφώθηκε σε 512.721 σημειώνοντας μείωση κατά 72.935 άτομα σε σχέση με τον Ιούλιο του 2022 (-12,5%) και κατά 9.938 άτομα σε σχέση με τον Ιούνιο του 2023 (-1,9%).
Αντιστοίχως, η ΔΥΠΑ ανακοίνωσε για τον περασμένο Ιούλιο 905.444 εγγεγραμμένους άνεργους αναζητούντες εργασίας. Από αυτούς 503.272 άτομα (ποσοστό 55,6%) είναι μακροχρόνια άνεργοι, δηλαδή είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο της Δ.ΥΠ.Α για χρονικό διάστημα ίσο ή και περισσότερο των 12 μηνών.
Διαφορετική μεθοδολογία μέτρησης ή για αδυναμία καταγραφής της πραγματικής ανεργίας;
Οι αποκλίσεις
Γιατί υπάρχουν όμως υπάρχουν αυτές οι διαφορές στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σε σχέση με τον ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ);
Το ποσοστό ανεργίας της ΔΥΠΑ να αγγίζει το 20% και της ΕΛΣΤΑΤ να κυμαίνεται γύρω στο 11% . Πρόκειται για διαφορετική μεθοδολογία μέτρησης ή για αδυναμία καταγραφής της πραγματικής ανεργίας;
Η αλήθεια είναι ότι η απόκλιση αυτή καταγράφεται επι σειρά δεκαετιών. Η κατάσταση δεν άλλαξε θεαματικά με την υποτιθέμενη «εκκαθάριση» του μητρώου ανέργων της ΔΥΠΑ. Οι αποκλίσεις παραμένουν υψηλές.
«Πρόκειται για διαφορετικούς δείκτες, που καταρτίζονται µε διαφορετικές μεθοδολογίες και αντιστοιχούν σε διαφορετικούς πληθυσμούς», σημειώνει σε άρθρο του ο διοικητής της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης κ. Σπ. Πρωτοψάλτης.
«Η ανεργία (στις µηνιαίες αναφορές) είναι εποχικά προσαρμοσμένη, ενώ τα στοιχεία εγγεγραμμένων ανέργων της ΔΥΠΑ δεν έχει νόηµα να υποστούν εποχική προσαρµογή» εξηγεί και προσθέτει:
«Επίσης, ενώ η ΕΛΣΤΑΤ προσµετράει µόνο όσους δεν εργάζονται, αναζητούν εργασία και είναι άµεσα διαθέσιµοι να αναλάβουν εργασία, στο µητρώο της ΔΥΠΑ εγγράφεται οποιοσδήποτε δηλώσει άνεργος και αναζητά εργασία, αλλά η ενεργή αναζήτηση και διαθεσιµότητα για εργασία δεν επιβεβαιώνονται συστηµατικά, παρά µόνο σποραδικά. Αυτό σηµαίνει πως ένας άνεργος που δεν αναζητά εργασία µπορεί να είναι εγγεγραμμένος άνεργος στην ΔΥΠΑ, αλλά η ΕΛΣΤΑΤ τον προσμετρά ως ανενεργό (εκτός εργατικού δυναμικού) και όχι ως άνεργο, βάσει του σχετικού ορισμού του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας».
Αντιστοίχως η ΕΛΣΤΑΤ για το ίδιο θέμα σημειώνει ότι η Έρευνα Εργατικού Δυναμικού ακολουθεί τους διεθνείς ορισμούς κατά τους οποίους άνεργοι είναι τα άτομα τα οποία α) δεν εργάζονται, β) αναζητούν εργασία και γ) είναι άμεσα διαθέσιμα να αναλάβουν εργασία. Και αναφέρει τα εξής:
Στην ΔΥΠΑ μπορεί να εγγραφεί οποιοσδήποτε πολίτης ηλικίας 15-74, πλην μαθητών και φοιτητών. Κατά την εγγραφή τους, τα άτομα που επιθυμούν να συμμετέχουν στις ενέργειες ενίσχυσης καταγράφονται ως «αναζητούντες εργασία» ενώ δεν καταγράφεται η διαθεσιμότητά τους για να αναλάβουν εργασία. Σημειώνεται ότι τα παραπάνω άτομα εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται ως «αναζητούντες» καθ’ όλη τη διάρκεια εγγραφής τους στην ΔΥΠΑ.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω, είναι αναμενόμενο να υπάρχουν διαφορές μεταξύ των εκτιμήσεων της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού και των εγγεγραμμένων ως ανέργων στην ΔΥΠΑ εξαιτίας των διαφορών στους χρησιμοποιούμενους ορισμούς.
Κατά συνέπεια, οι ομάδες πληθυσμού που καταγράφονται στον δείκτη ανεργίας της ΕΛΣΤΑΤ είναι διαφορετικές από εκείνες που εγγράφονται στην ΔΥΠΑ, γεγονός που εξηγεί και τη διαφορά των μεγεθών τους.
Καταλήγοντας η ΕΛΣΤΑΤ σημειώνει ότι καμία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν χρησιμοποιούνται οι εγγεγραμμένοι στις διοικητικές υπηρεσίες άνεργοι, προκειμένου να προσδιοριστεί το πλήθος των ανέργων και να υπολογιστεί το ποσοστό ανεργίας.
Πηγή: ΟΤ